Βασίλης Ν. Χατζηβασίλης,
ο Καρπάθιος Θεόφιλος(1918-2005)
ο Καρπάθιος Θεόφιλος(1918-2005)
Του Μιχάλη Κ. Σκουλιού
Ο Βασίλης Χατζηβασίλης γεννήθηκε στην Όλυμπο της μεθοριακής Καρπάθου, το 1918. Έναν τόπο με έντονα και ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Εκεί διδάχτηκε και τα πρώτα του γράμματα. Τη στοιχειώδη εκπαίδευσή του τη συμπλήρωσε στην Κάσο, όπου εκείνα τα χρόνια δούλευε ο πατέρας του Νικολής Β. Χατζηβασίλης. Φημισμένος σοβατζής, πλαστουργός και λαϊκός ζωγράφος. Είχε επιστρέψει από την τότε ανθούσα κοσμοπολίτικη ελληνική παροικία της Αιγύπτου, φέρνοντας μαζί του την εκλεπτυσμένη γνώση της κλασικιστικής διακόσμησης.
Ο πατέρας Χατζηβασίλης, εργαζόμενος από τα τέλη του 19ου αι. ως τις αρχές του 20ου , κατά καιρούς στην Κάρπαθο, την Αλεξάνδρεια και τη Σμύρνη, φτάνοντας στην Κάσο θα μαθητεύσει κοντά σε τρανούς Συριανούς μαστόρους που διακοσμούν εκείνη την περίοδο πολλά από τα καπετανόσπιτα του νησιού. Συγχρόνως, θα αφομοιώσει αρκετά από τα μυστικά της τέχνης τους και θα γίνει κυρίως γνωστός, ως «Μορφινός».
Έτσι, ο νεαρός Βασίλης στην Κάσο, πολύ γρήγορα, μαζί με την πατριωτική σχολική παιδεία, τη βαθιά οικογενειακή χριστιανική πίστη και την ολυμπίτικη λαϊκή παράδοση θα αποτυπώσει πολλά καλλιτεχνικά συστατικά της γνώσης και της εμπειρίας του πατέρα του. Ο οποίος αντίστοιχα με τη μύηση, φιλοδοξεί να δει το γιο του, όχι απλά ως έναν τυπικό λαϊκό τεχνίτη, αλλά έναν πραγματικά εμπνευσμένο καλλιτέχνη.
Ωστόσο, ο υιός Χατζηβασίλης, δεν εκμεταλλεύεται απερίσκεπτα τη φήμη του πατέρα του. Δημιουργεί τη δική του πελατεία. Εργάζεται σαν κοινός εργάτης και χειροτέχνης. Την ώρα της δουλειάς του ψέλνει. Ο λόγος που ψέλνει; Εμπνέεται από το μεγαλείο των ύμνων. Οι παλιότεροι ή συνομήλικοί του τεχνίτες, που τον βλέπουν με αφοσίωση και πάθος να είναι χαμένος στο κόσμο του, πιστεύουν ότι ο μαστρο-Βασίλης Χατζηβασίλης, θέλει με τα έργα του να ομορφύνει τον κόσμο…Γι αυτό και δε διστάζουν να τον αποκαλούν, όπως και τον πατέρα του, με το παρατσούκλι «Μορφινό»…
Ο Βασίλης Χατζηβασίλης, το 1938, επιστρέφει στην Όλυμπο και παράλληλα με οικογενειακές γεωργικές ασχολίες, αρχίζει να εργάζεται πια μόνος. Στην Κάρπαθο θα βιώσει από κοντά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις τραγικές συνέπειές του. Το 1948 θα παντρευτεί τη συγχωριανή του Μαρούκλα Α. Σοφίλλα με την οποία θα αποκτήσουν πέντε παιδιά. Τα παιδιά του όταν θα μεγαλώσουν θα ακολουθήσουν τον καλλιτεχνικό δρόμο που χάραξε ο πατέρας και παππούς τους.
Το 1950 θα εγκατασταθεί σε ένα από τα Κάτω χωριά της Καρπάθου, τη Βολάδα. Ενώ αρχίζει να εργάζεται συστηματικά και σε άλλα κοντινά χωριά όπως το Απέρι, το Όθος, τα Πηγάδια και τα Σπόα, έχει πάντα σαν σημείο αναφοράς του την Όλυμπο.
Στη Βολάδα, τα έργα του, θα ταιριάξουν με τις δημιουργίες του Αντώνη Φαναράκη, ενός ρομαντικού αρχιτέκτονα της Ολυμπίτικης διασποράς. Στα πλαίσια ενός λαϊκότροπου κλασικισμού, κόντρα στον εκσυγχρονισμό, ανταποκρινόμενος ολοκληρωτικά στις ανάγκες ενός νησιώτικου πληθυσμού, θα πλάσει το δικό του ξεχωριστό τρόπο έκφρασης.
Τα έργα του, με ζωντανά χρώματα, εμπλουτισμένα αρκετά με λεζάντες, 60 περίπου πίνακες, πάμπολλες καλλιτεχνικές κατασκευές σε σπίτια, εκκλησιές και ξωκλήσια στην Κάρπαθο και τη γειτονική Κάσο, σκόρπια ανάγλυφα, τέμπλα, οικόσημα, κορνίζες, τοιχογραφίες και σιντριβάνια σε διάφορους οικισμούς, θα έχουν θεματολογία τους, την Ελληνική Μυθολογία, την Ιστορία, την τοπική ζωντανή παράδοση, την Ορθοδοξία, την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της Ολύμπου. Όλα δοσμένα πάντα με αγνότητα, σεβασμό και ποιότητα.
Το 1969 θα επιστρέψει στην Όλυμπο και από το 1981 θα εγκατασταθεί μόνιμα στη Ρόδο. Είναι πια γέρος και ανήμπορος δεν μπορεί να ανεβαίνει σκαλωσιές. Μολαταύτα, θα συνεχίσει να ζωγραφίζει αδιάκοπα και θα καταγράφει τα εικαστικά οράματα που τον συγκινούν. Οι ζωγραφιές του όλες εκφράζουν ένα βαθύ καημό. Λες και θέλουν να κρατήσουν με αγωνία, άσβηστη την αγάπη σε όσα πολύτιμα έχει μάθει μικρό παιδί στο σχολειό, καθώς και πράγματα που βλέπει γύρω του· ήθη και έθιμα, παραδοσιακές αξίες που ξεφτίζουν και χάνονται μέρα με τη μέρα.
Ο Βασίλης Ν. Χατζηβασίλης, ο επικαλούμενος «Μορφινός» ο νεότερος, πέθανε στη Ρόδο στις 17 Φεβρουαρίου 2005. Δικαίως θεωρείται ότι είναι ο «Καρπάθιος Θεόφιλος», ή κατ’ άλλους, ο «Θεόφιλος του Νότου». Γιατί στις ανορθόγραφες ή καθαρευουσιάνικες λεζάντες σε πολλά από τα έργα του, φαίνεται να μιμείται τον πασίγνωστο καλλιτέχνη Θεόφιλο Χατζημιχάλη.[i] Πάντως, είναι γεγονός, ότι ουδέποτε θα γνωριστούν. Εξάλλου αυτό βεβαιώνουν σήμερα τα παιδιά του.
Με σκοπό να παρουσιαστούν στο ευρύ κοινό πολλά από τα έργα του αείμνηστου λαϊκού καλλιτέχνη Βασίλη Ν. Χατζηβασίλη, στην Αθήνα, στις 2 Μαρτίου, άνοιξε τις πύλες του το Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων - Πάρκο Ελευθερίας. Η έκθεση διοργανώθηκε με χορηγία του Υπουργείου Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 60 χρόνια από την «Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου». Συνδιοργανωτές οι παροικιακοί σύλλογοι των απανταχού Καρπαθίων, Κασίων και Ολυμπιτών Καρπάθου. Η έκθεση παρέμεινε ανοιχτεί μέχρι σήμερα, 31 του μήνα.
Ο πατέρας Χατζηβασίλης, εργαζόμενος από τα τέλη του 19ου αι. ως τις αρχές του 20ου , κατά καιρούς στην Κάρπαθο, την Αλεξάνδρεια και τη Σμύρνη, φτάνοντας στην Κάσο θα μαθητεύσει κοντά σε τρανούς Συριανούς μαστόρους που διακοσμούν εκείνη την περίοδο πολλά από τα καπετανόσπιτα του νησιού. Συγχρόνως, θα αφομοιώσει αρκετά από τα μυστικά της τέχνης τους και θα γίνει κυρίως γνωστός, ως «Μορφινός».
Έτσι, ο νεαρός Βασίλης στην Κάσο, πολύ γρήγορα, μαζί με την πατριωτική σχολική παιδεία, τη βαθιά οικογενειακή χριστιανική πίστη και την ολυμπίτικη λαϊκή παράδοση θα αποτυπώσει πολλά καλλιτεχνικά συστατικά της γνώσης και της εμπειρίας του πατέρα του. Ο οποίος αντίστοιχα με τη μύηση, φιλοδοξεί να δει το γιο του, όχι απλά ως έναν τυπικό λαϊκό τεχνίτη, αλλά έναν πραγματικά εμπνευσμένο καλλιτέχνη.
Ωστόσο, ο υιός Χατζηβασίλης, δεν εκμεταλλεύεται απερίσκεπτα τη φήμη του πατέρα του. Δημιουργεί τη δική του πελατεία. Εργάζεται σαν κοινός εργάτης και χειροτέχνης. Την ώρα της δουλειάς του ψέλνει. Ο λόγος που ψέλνει; Εμπνέεται από το μεγαλείο των ύμνων. Οι παλιότεροι ή συνομήλικοί του τεχνίτες, που τον βλέπουν με αφοσίωση και πάθος να είναι χαμένος στο κόσμο του, πιστεύουν ότι ο μαστρο-Βασίλης Χατζηβασίλης, θέλει με τα έργα του να ομορφύνει τον κόσμο…Γι αυτό και δε διστάζουν να τον αποκαλούν, όπως και τον πατέρα του, με το παρατσούκλι «Μορφινό»…
Ο Βασίλης Χατζηβασίλης, το 1938, επιστρέφει στην Όλυμπο και παράλληλα με οικογενειακές γεωργικές ασχολίες, αρχίζει να εργάζεται πια μόνος. Στην Κάρπαθο θα βιώσει από κοντά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις τραγικές συνέπειές του. Το 1948 θα παντρευτεί τη συγχωριανή του Μαρούκλα Α. Σοφίλλα με την οποία θα αποκτήσουν πέντε παιδιά. Τα παιδιά του όταν θα μεγαλώσουν θα ακολουθήσουν τον καλλιτεχνικό δρόμο που χάραξε ο πατέρας και παππούς τους.
Το 1950 θα εγκατασταθεί σε ένα από τα Κάτω χωριά της Καρπάθου, τη Βολάδα. Ενώ αρχίζει να εργάζεται συστηματικά και σε άλλα κοντινά χωριά όπως το Απέρι, το Όθος, τα Πηγάδια και τα Σπόα, έχει πάντα σαν σημείο αναφοράς του την Όλυμπο.
Στη Βολάδα, τα έργα του, θα ταιριάξουν με τις δημιουργίες του Αντώνη Φαναράκη, ενός ρομαντικού αρχιτέκτονα της Ολυμπίτικης διασποράς. Στα πλαίσια ενός λαϊκότροπου κλασικισμού, κόντρα στον εκσυγχρονισμό, ανταποκρινόμενος ολοκληρωτικά στις ανάγκες ενός νησιώτικου πληθυσμού, θα πλάσει το δικό του ξεχωριστό τρόπο έκφρασης.
Τα έργα του, με ζωντανά χρώματα, εμπλουτισμένα αρκετά με λεζάντες, 60 περίπου πίνακες, πάμπολλες καλλιτεχνικές κατασκευές σε σπίτια, εκκλησιές και ξωκλήσια στην Κάρπαθο και τη γειτονική Κάσο, σκόρπια ανάγλυφα, τέμπλα, οικόσημα, κορνίζες, τοιχογραφίες και σιντριβάνια σε διάφορους οικισμούς, θα έχουν θεματολογία τους, την Ελληνική Μυθολογία, την Ιστορία, την τοπική ζωντανή παράδοση, την Ορθοδοξία, την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της Ολύμπου. Όλα δοσμένα πάντα με αγνότητα, σεβασμό και ποιότητα.
Το 1969 θα επιστρέψει στην Όλυμπο και από το 1981 θα εγκατασταθεί μόνιμα στη Ρόδο. Είναι πια γέρος και ανήμπορος δεν μπορεί να ανεβαίνει σκαλωσιές. Μολαταύτα, θα συνεχίσει να ζωγραφίζει αδιάκοπα και θα καταγράφει τα εικαστικά οράματα που τον συγκινούν. Οι ζωγραφιές του όλες εκφράζουν ένα βαθύ καημό. Λες και θέλουν να κρατήσουν με αγωνία, άσβηστη την αγάπη σε όσα πολύτιμα έχει μάθει μικρό παιδί στο σχολειό, καθώς και πράγματα που βλέπει γύρω του· ήθη και έθιμα, παραδοσιακές αξίες που ξεφτίζουν και χάνονται μέρα με τη μέρα.
Ο Βασίλης Ν. Χατζηβασίλης, ο επικαλούμενος «Μορφινός» ο νεότερος, πέθανε στη Ρόδο στις 17 Φεβρουαρίου 2005. Δικαίως θεωρείται ότι είναι ο «Καρπάθιος Θεόφιλος», ή κατ’ άλλους, ο «Θεόφιλος του Νότου». Γιατί στις ανορθόγραφες ή καθαρευουσιάνικες λεζάντες σε πολλά από τα έργα του, φαίνεται να μιμείται τον πασίγνωστο καλλιτέχνη Θεόφιλο Χατζημιχάλη.[i] Πάντως, είναι γεγονός, ότι ουδέποτε θα γνωριστούν. Εξάλλου αυτό βεβαιώνουν σήμερα τα παιδιά του.
Με σκοπό να παρουσιαστούν στο ευρύ κοινό πολλά από τα έργα του αείμνηστου λαϊκού καλλιτέχνη Βασίλη Ν. Χατζηβασίλη, στην Αθήνα, στις 2 Μαρτίου, άνοιξε τις πύλες του το Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων - Πάρκο Ελευθερίας. Η έκθεση διοργανώθηκε με χορηγία του Υπουργείου Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 60 χρόνια από την «Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου». Συνδιοργανωτές οι παροικιακοί σύλλογοι των απανταχού Καρπαθίων, Κασίων και Ολυμπιτών Καρπάθου. Η έκθεση παρέμεινε ανοιχτεί μέχρι σήμερα, 31 του μήνα.
(Φωτογραφίες και έρευνα)
Μιχάλης Κ. Σκουλιός
Αθήνα - Μάρτιος 2007
* Ο Μιχάλης Κ. Σκουλιός είναι ερευνητής και συγγραφέας
Μιχάλης Κ. Σκουλιός
Αθήνα - Μάρτιος 2007
* Ο Μιχάλης Κ. Σκουλιός είναι ερευνητής και συγγραφέας
Σημειώσεις:
1.Θεόφιλος Χατζημιχάλης (1873-1934): αυτοδίδακτος ζωγράφος από τη Μυτιλήνη, που φιλοτέχνησε τοιχογραφίες σε χωριά της ιδιαίτερης πατρίδας του και του Πηλίου.
1.Θεόφιλος Χατζημιχάλης (1873-1934): αυτοδίδακτος ζωγράφος από τη Μυτιλήνη, που φιλοτέχνησε τοιχογραφίες σε χωριά της ιδιαίτερης πατρίδας του και του Πηλίου.