Μάρκος Μαλλιαράκης
Μάρκος Ιωάννου ή Μαλλιαράκης, καπετάνιος και αγωνιστής του 1821, γνωστός σαν Διακομάρκος, από την Κάσο. Από τις πρώτες μέρες της Επανάστασης βρέθηκε στις επάλξεις του Αγώνα. Τον Ιούνιο του 1821, με το «μπεργαντίνον» του «Λεωνίδας» και 59 ναύτες, έσπευσε να βοηθήσει με δικά του εφόδια και έξοδα τους Κρητικούς, που απειλούνταν από τον εχθρό. Στις 28 Ιουλίου ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο και επιτέθηκε στην εχθρική φλότα, κοντά στην Κω. Διορίστηκε τον Ιούλιο του 1822 από τον έπαρχο Κάσου, «φροντιστής της θάλασσας», με καθήκον να φροντίζει τα πολεμικά πλοία της επαρχίας και να εποπτεύει το έργο των λιμεναρχών. Τον Μάιο του 1823 διορίστηκε έπαρχος Καρπάθου και οργάνωσε αποτελεσματικά τη διοίκηση και την άμυνα του νησιού.
Αντιπροσώπευσε την Κάσο στη Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας, το 1823. Ηγέτης του ηρωικού αγώνα των Κασιωτών εναντίον του ισχυρότατου στόλου του Ισμαήλ Γιβραλτάρ και των Αλβανών υπό τον Χουσείνμπεη, που κατέληξε στη θυσία και στο Ολοκαύτωμα της Κάσου, στις 7 Ιουνίου του 1824. Με τον ηρωισμό του προκάλεσε το θαυμασμό του ίδιου του Χουσεϊν. Σκοτώθηκε κατατρυπημένος από τα μαχαίρια των εχθρών, αφού αρνήθηκε την προσφορά του Χουσεϊν να του χαρίσει τη ζωή, με αντάλλαγμα να τον ακολουθεί στις εκστρατείες του.
Το 1827, το Υπουργείο Ναυτικών του απένειμε το βαθμό του πλοιάρχου.
Κανταριτζής Θοδωρής
Κανταριτζής Θοδωρής ή Κανταρτζόγλου, αγωνιστής του 1821 από την Κάσο, γνωστός ως ο «Κανάρης της Δωδεκανήσου». Γιος του Δημήτρη Σκιαδά-Κανταριτζή από την Πελοπόννησο και από μάνα Κασιώτισα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και με το πλοίο «Αμαζών» έγινε ο φόβος και τρόμος των Τούρκων, καταδιώκοντάς τους στα παράλια της Κρήτης, της Κύπρου και της Αιγύπτου.
Τον Απρίλη του 1822, επικεφαλής έξι κασιώτικων πλοίων, βοήθησε τα επαναστατικά σώματα στην Κρήτη, στη μάχη των Χανίων. Σκοτώθηκε από θραύσμα κανονιού, που έσπασε την ώρα των πανηγυρισμών για τα νικητήρια και θάφτηκε στον Πλατανιά της επαρχίας Κυδωνίας. Μετά, θάνατον, του απονεμήθηκε ο τιμητικός τίτλος του πλοιάρχου (1872).
Πηγή:Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρόδου