Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

2η Εορτή της Σιτάκας-Αρβανιτοχώρι 27 Ιουλίου 2009

Στη γιορτή της σιτάκας που έγινε στις 27 Ιουλίου 2009 στην πλατεία αγίου Παντελεήμονα στο Αρβανιτοχώρι Κάσου, ο συμπατριώτης μας Εμμανουήλ Π. Περσελής, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στον εμπεριστατωμένο σύντομο λόγο που εκφώνησε ειδικά για την εκδήλωση αυτή, μεταξύ άλλων είπε και τα ακόλουθα:


    «Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της Κάσου θα αναφέρω, ότι μέχρι περίπου τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα οι κάτοικοι του νησιού, μοιρασμένοι σε πέντε χωριά και στο τότε κατοικημένο νησί Αρμάθια, είχαν οργανώσει τη ζωή τους με βάση την καλλιέργεια της γης με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην εξασφάλιση των βασικών και στοιχειωδών προϋποθέσεων για την καθημερινή επιβίωση. Παράλληλα, μέσα στο πλαίσιο του περιορισμένου, σταθερού και αμετάβλητου τρόπου οργάνωσης και κατανομής της εργασίας και των μέσων παραγωγής και τεχνολογίας που χαρακτηρίζουν την αγροτική κοινωνία, διακρίθηκαν και ορισμένες κατηγορίες και ομάδες ανθρώπων που ασχολούνταν με τη ναυτιλία, το εμπόριο, την αλιεία και διάφοα άλλα χειρονακτικά επαγγέλματα, με τα οποία εξασφάλιζαν μια περισσότερο ή λιγότερο άνετη διαβίωση στις κατά κανόνα πολυμελείς οικογένειές τους.

    Όμως, η περίοδος από το τέλος του 19ου έως τις αρχές του 20ου αιώνα υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές ιστορικές περιόδους για μεγάλες αποφάσεις και αλλαγές στον τρόπο ζωής πολλών ομάδων πληθυσμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και αλλού. H περίοδος αυτή αποτελεί την απαρχή της μετάβασης από τη σχετική σταθερότητα της κοινωνικής συμβίωσης –και οπωσδήποτε τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες που παρείχε η αγροτική κοινωνία– στην πολυπλοκότητα της κοινωνικής συμβίωσης και τις χαλαρές εργασιακές συμβάσεις. Oι χαλαρές εργασιακές συμβάσεις απέρρεαν από την εμφάνιση ενός νέου τρόπου ζωής που εδραιώθηκε στα αστικά κέντρα. Tόσο η πολυπλοκότητα της κοινωνικής συμβίωσης όσο και οι χαλαρές εργασιακές συμβάσεις επιβλήθηκαν από την εκβιομηχάνιση μεγάλων γεωγραφικών περιοχών του δυτικού κυρίως ημισφαιρίου. Mε άλλα λόγια, η βιομηχανική επανάσταση με τα νέα επαγγέλματα και τις νέες θέσεις εργασίας που δημιούργησε σε πολλά εμπορικά και αστικά κέντρα στα οποία και εδραιώθηκε, ευνόησε αν δεν επέβαλε μια διάχυτη κοινωνική κινητικότητα. Bάση της κινητικότητας (μετανάστευση προς άγραν εργασίας για καλύτερες συνθήκες ζωής) αποτελεί η ποθούμενη οικονομική ανάπτυξη, που συνιστά μια από τις πλέον σημαντικές αρχές της βιομηχανικής κοινωνίας. H οικονομική ανάπτυξη απαιτεί κατοχή γνώσης και οπωσδήποτε κατάλληλη τεχνογνωσία, τέτοια που ν’ ανταποκρίνεται σε απαιτήσεις που υπερβαίνουν τα στενά όρια που καθορίζει ο αγροτικός τρόπος ζωής.

    Με αυτές τις νέες συνθήκες η μετανάστευση σημαντικού αριθμού κατοίκων της Κάσου πρώτα στην Αίγυπτο, στη Σύρα, στον Πειραιά και στην Αθήνα και έπειτα στην Αμερική βρήκε σημαντική απήχηση. Ο νέος τρόπος ζωής των μεταναστών Κασιωτών στα μέρη που εγκαταστάθηκαν καθοριζόταν πλέον με βάση το χρόνο και το είδος της εργασίας σε σχέση με το οικονομικό όφελος που απέφεραν. Ο αγροτικός και κτηνοτροφικός τρόπος ζωής αποτέλεσε πλέον ένα νοσταλγικό παρελθόν για τους μετανάστες που προσπαθούσαν νοερά να διατηρήσουν τους δεσμούς τους με αυτόν, καταναλώνοντας κτηνοτροφικά προϊόντα, όπως είναι η σιτάκα (που σε ορισμένους τόπους υποδοχής μεταναστών εισήγετο απ’ ευθείας από το νησί) και συνθέτοντας μαντινάδες στην ξενιτειά για τα βουνά με τα τοπωνύμιά τους, τα μιτάτα και τα ζώα. Ως παράδειγμα σχετικής μαντινάδας αναφέρω την ακόλουθη:

    «Άμα χαθούσι οι βοσκοί η Κάσος θα ριμάξει

    Ξένοι θα την κατοικήσουσι και όνομα θ’ αλλάξει»

    Ο πρώτος λαογράφος της Κάσου (δημοσιογράφος και ιερέας) αείμνηστος Ζαχαρίας Ε. Χαλκιάδης το 1928 εξέδωκε στην Αλεξάνδρεια τον πρώτο τόμο των ηθογραφικών διηγημάτων του με τον τίτλο Κασιώτικα. Το βιβλίο αυτό περιέχει ένα διήγημα με τον τίτλο: «Στη Μάνδρα». Ο Χαλκιάδης περιγράφει μιαν επίσκεψη σε μιτάτο βοσκού προσπαθώντας μέσα από αυτό το διήγημα να επισημάνει τυροκομικές κυρίως διεργασίες που θεωρούσε ότι έπρεπε να καταγραφούν, επειδή πίστευε, ίσως, ότι δε θα τέρψουν μόνο τους αναγνώστες του, αλλά και ότι θα διατηρηθούν στη μνήμη τους ήθη και έθιμα που συν τω χρόνω θα εξέλιπαν. Στο στόμα του γέρο-Κώστα του βοσκού ο Χαλκιάδης θέτει τα ακόλουθα λόγια:

    «Αφού λοιπό θα ψήσωμε το βό(τ)υρο τον βάλομε στους πιθιακούς, (α)πομένουν όμως κάτω-κάτω στο καζάνι τ’ αποψήματα το πλειό σπάνιο μαξούλλι [το προϊόν. Εκ του τουρκικού μαξούλ] απού κάνομε. Να μάς φάσι κάθε χρόνο με τα γράμματα από την Αίγυφτο για τ’ αποψήματα αυτά. Γκρα κάνουσι για να τως πέψωμε καμμιά οκά και …έχου(ν) το δίκηο τους οι κακόμοισσοι μαθές μα …έλα που την αρπούσιν από για κι (δ)εν ευρίσκουσιν οι περαόξω το νεπέτι τους. Σιτάκαν (ε)δά (δ)ε σου λέω. Πέμπομέ τους με τους αμανιζί(δ)ες κάθε ταξεί(δ)ι και κατά που μας λέ(γ)ουν, παίζει το μανταριστό κι απού προφτάξει, (ε)πρόφταξε».

    Στη συνέχεια της αφήγησής του ο Χαλκιάδης, με το στόμα πάλι του γέρο-Κώστα, του βοσκού, περιγάφει την κατασκευή της σιτάκας:

    «(Γ)εμώνομε το καζάνι μας με ξεδρυλλισμένο γάλα. Κι απ’ ως τα θα το (β)άλωμε να βράση το ταράσσομε με το ταράλη [είναι τεμάχιον ξύλου εις το άκρον του δε είναι δεμένον τεμάχιον από θυμάρι. Λέγεται ταράλης, διότι με αυτό ταράσσομεν το γάλα] ώστε να χοχλάση καλά-καλά κι έτσι έρκεται σιγά-σιγά και συ(ββ)αστιέται η σιτάκα. Καμμιά φορά σαν τη(ν) θ(ε)ωρείτε κι είνε κόκκινη είνε γιατί τη κάνομε με το γάλα της κατσίκας˙ το προ(β)ατινίσιο όμως γάλα άσπρη φιαμάντι σιτάκα θα σου κάμη. Είπα σας, όμως πως τη σιτάκα αυτή τη κάνομε με ξεδρυλλισμένο γάλα γι’ αυτό σα(ν) θα κυματίσετε θα (δ)ήτε πως είναι (ο)ξυνωπή. Κάνομεν όμως και τη δρυλλοσιτάκα από γάλα αξεδρύλλιστο μα είναι κι ακρι(β)ούτσικη λιγάκι». (σ. 39-41)

    Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι, ενώ όλο και περισσότερο εξαλείφεται από τη ζωή των κατοίκων της πόλης η αγροτική και η κτηνοτροφική αίσθηση, εδώ στην Κάσο ο επισκέπτης και η επισκέπτρια έρχονται αντιμέτωποι με κτηνοτροφικές και αγροτικές παραδόσεις, διεργασίες και συνήθειες που η αρχή τους χάνεται στα βάθη των αιώνων. Όσο υπάρχουν άνθρωποι που θα κατοικούν το νησί, είναι αδύνατον να εκλείψουν πρακτικές που εκτελούνται από το απώτερο παρελθόν μέχρι τις μέρες μας σχεδόν αναλλοίωτες. Είναι, επομένως, πολύ συγκινητικό το γεγονός ότι σ’ αυτό το χωριό (με την ωραία εκκλησία του Αγίου Δημητρίου –που δεσπόζει επιβλητικά, μαζί με τα εναπομείναντα λίγα ακόμη αρχοντόσπιτα-καπετανόσπιτα– και τους λιγοστούς αλλά ενθουσιώδεις και φιλόξενους κατοίκους του) διακρίνεται μια σφοδρή επιθυμία διατήρησης παραδόσεων και εθίμων, που η σημειολογία τους υπερβαίνει την απλή γαστρονομική ικανοποίηση.

Για τους λόγους αυτούς, ο θεσμός της γιορτής της σιτάκας θα πρέπει να τύχει μεγάλης προσοχής από τις τοπικές αρχές, οι οποίες οφείλουν να ενδιαφερθούν για την προβολή της πανελληνίως. Και τούτο, γιατί ενώ ο βιομηχανικός και ο τεχνολογικός-ψηφιακός πολιτισμός υποσκέλισαν τον αγροτικό, υπάρχουν ακόμη περιοχές στο μεσογειακό χώρο, όπως είναι η Κάσος, που οι μόνιμοι κάτοικοι και οι τακτικοί επισκέπτες αυτών των περιοχών πασχίζουν να συμβιβάσουν τα δύο είδη πολιτισμού. Νομίζω, λοιπόν, ότι αξίζει τον κόπο, πέρα από λόγους τουριστικής προβολής της Κάσου και πέρα από το θέμα της αναγκαίας ίσως κατοχύρωσης της ταυτότητας του προϊόντος, να ενισχυθεί αυτή η προσπάθεια και να προβληθεί ως γεγονός συνύπαρξης στοιχείων και των δύο πολιτισμών, του αγροτικού και του σύγχρονου μεταβιομηχανικού, τεχνολογικού και ψηφιακού πολιτισμού». Διαβάστε Περισσότερα...

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009

Κάσος: Μία σταγόνα γεμάτη Αιγαίο

της Έλενας Μπούλια

Πώς είναι όταν είσαι ξαπλωμένος σε μία ερημική παραλία, ντάλα μεσημέρι, με τον ήλιο να σε βαράει από πάνω μέχρι κάτω, με τα μάτια κλειστά και με μοναδικούς ήχους τα τζιτζίκια και το αργόσυρτο κύμα; Πώς είναι όταν μετά την παραλία καταλήγεις σε ένα μικρό, οικογενειακό ταβερνάκι που μυρίζει τηγανιτά μπαρμπούνια, τα οποία είναι και το μόνο έδεσμα που έχεις να επιλέξεις, και ο ιδιοκτήτης σε υποδέχεται σα να είσαι παιδί του; Και το βράδυ, πώς είναι όταν κάθεσαι κατάχαμα σε μία προβλήτα στο μικρό λιμάνι, με τον ζεστό αέρα να σου χαλάει τα μαλλιά αλλά να μην σε νοιάζει γιατί είναι τόσο μα τόσο ωραία; Αυτή είναι η Κάσος.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε ολόκληρο το αφιέρωμα του ηλεκρονικού περιοδικού in2life
Διαβάστε Περισσότερα...

Κυριακή 26 Ιουλίου 2009

Κάσος


του Μάριου Φραγκούληkasos

Δεν γεννήθηκα εκεί ούτε μεγάλωσα, όπως πολλοί φίλοι μου, είναι όμως ο τόπος καταγωγής μου, η πατρίδα που έψαχνα· μια ζεστή μητρική αγκαλιά. Τι να πω... Οι άνθρωποι με αγκάλιασαν από την πρώτη μου επίσκεψη στο νησί - ήταν σαν να με ήξεραν χρόνια, σαν να ήμασταν φίλοι παλιοί, που για κάποιο λόγο χαθήκανε και τώρα ξανασμίγουν.

Όταν την είδα για πρώτη φορά από ψηλά, από το αεροπλάνο, κάτι ένιωσα. Μια φίλη, η Ειρήνη, μου είχε πει πριν πάω: «Η Κάσος ή θα σου μιλήσει μόλις την πρωτοδείς ή δεν θα θέλεις να ξαναπατήσεις». Φυσικά συνέβη το πρώτο.
Στην Κάσο ένιωσα και νιώθω πως είμαι ένας άλλος Μάριος. Το νιώθουν και το βλέπουν οι συνεργάτες μου, που μένουν έκπληκτοι καθώς καταλαβαίνουν την έγνοια μου για το φεστιβάλ κάθε καλοκαίρι. Πως το προετοιμάζω ξέχωρα από κάθε τι άλλο που κάνω. Είναι βέβαια και λίγο το παιδί μου αυτό το φεστιβάλ, μια και το φτιάξαμε από κοινού με το νησί, μια απόδειξη αληθινής αγάπης. Και το παιδί σου το αγαπάς ακόμα κι αν δεν είναι τέλειο, ακόμα κι αν έχει δυσκολίες να σταθεί στα πόδια του. Κάνεις ότι μπορείς για να το βοηθήσεις και ευχαριστώ από καρδιάς όλα τα παιδιά που δουλεύουν γι’ αυτό.
Μια φωλιά είναι η Κάσος, κι εμείς πουλιά που φεύγουμε αλλά πάντα γυρίζουμε εκεί.

* Ο Μάριος Φραγκούλης είναι τενόρος

ΠΗΓΗ:εφ. ATHENS VOICE

Διαβάστε Περισσότερα...

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

«Τιμητικές διακρίσεις στον Έπαρχο Καρπάθου – Κάσου, από αθλητικούς φορείς της Δωδεκανήσου »

Οι βετεράνοι ποδοσφαιριστές της Καλύμνου και της Λέρου τίμησαν τον μη εν ενεργεία διαιτητή και καθηγητή διαιτησίας Μιχάλη Ερωτόκριτο, Έπαρχο Καρπάθου – Κάσου.
Συγκεκριμένα σε σεμνές τελετές που έγιναν στα πλαίσια φιλικών συναντήσεων με τους παλαιμάχους ποδοσφαιριστές Αχιλλέα Αγρού Κύπρου σε Κάλυμνο και Λέρο τιμήθηκε για την προσφορά του στο ποδόσφαιρο και στον αθλητισμό γενικότερα.
Οι αγώνες αυτοί έγιναν με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Βετεράνων Ποδοσφαιριστών Κύπρου «Μεσόγειος» και του Προέδρου της Γιώργου Παπαμωϋσέως.
Στην Κάλυμνο η τελετή έγινε κατά τη διάρκεια συνεστίασης στην οποία τιμήθηκαν και η Χρυσούλα Συφουνιού, Έπαρχος Καλύμνου, ο Δήμαρχος Καλυμνίων Γιώργος Ρούσσος, ο τέως Πρόεδρος του Καλυμνιακού Αλέκος Σιδερής και ο παλαίμαχος διαιτητής Καλύμνου Μικές Πανάτος. Παραβρέθηκαν ο Μητροπολίτης Λέρου – Καλύμνου και Αστυπάλαιας κ.κ. Παΐσιος, νομαρχιακοί, δημοτικοί σύμβουλοι, ο Πρόεδρος των παλαιμάχων ποδοσφαιριστών Αχιλλέα Αγρού, ο βετεράνος διαιτητής Ά κατηγορίας Κύπρου και παρατηρητής διαιτησίας Ανδρέας Παφίτης και ο Πρόεδρος των βετεράνων ποδοσφαιριστών Κύπρου «Η Μεσόγειος» Γιώργος Παπαμωϋσέως.
Το συντονισμό της εκδήλωσης είχαν οι βετεράνοι ποδοσφαιριστές Καλύμνου με τον Πρόεδρο τους Νομικάριο Δημήτρη.
Στη Λέρο η εκδήλωση έγινε πριν από τη φιλική συνάντηση παλαιμάχων Λέρου και της αντίστοιχης του Αχχιλέα Αγρού στο δημοτικό στάδιο Ξηροκάμπου.
ταλλάχθηκαν αναμνηστικά και τιμήθηκε ο Έπαρχος Καρπάθου – Κάσου Μιχάλης Ερωτόκριτος (προς τιμή του οποίου έγινε ο αγώνας) από το Σύνδεσμο βετεράνων ποδοσφαιριστών Λέρου και τον Πρόεδρό του Παναγιώτη Παγώνη, από τον Πρόεδρο του Παγκυπρίου Συλλόγου Παλαιμάχων «Άγιος Γεώργιος» Γιώργο Παπαμωϋσέως, από τον ποδοσφαιρικό όμιλο βετεράνων «Μεσόγειος» και από τον Πρόεδρο του Αχιλλέα Αγρού Λάμπρο Λάμπρου.
Τιμήθηκε ακόμα ο Πρόεδρος των βετεράνων Λέρου Παναγιώτης Παγώνης από τον Πρόεδρο των Παλαιμάχων Αχιλλέα Αγρού Ανδρέα Παφίτη. Διαβάστε Περισσότερα...

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Κρητική Λύρα – Η Ιστορία της(Μέρος 2ο)

Η λύρα στην Κρήτη
Το κρητικό λυράκι είναι σχεδόν ίδιο με την πολίτικη λύρα, δηλαδή τη λύρα της Κωνσταντινούπολης. Για την προέλευσή του πρέπει να αντιμετωπίσουμε δύο πιθανές εκδοχές:
α. Τη λύρα έφεραν οι Άραβες, που παρέμειναν στην Κρήτη ως κατακτητές (προερχόμενοι από την Ισπανία) τα έτη 823-961 μ.Χ., και παρέμεινε στην Κρήτη έκτοτε χωρίς διακοπή (αυτό θα σημαίνει ότι το αραβικό ρεμπάμπ της εποχής εκείνης είναι μορφολογικά ίδιο με τη βυζαντινή λύρα).
β. Ήρθε στην Κρήτη από την Κωνσταντινούπολη, είτε (το πιθανότερο) από το στρατό του Νικηφόρου Φωκά και τους Βυζαντινούς που ακολούθησαν είτε μέσω Δωδεκανήσου, οπότε η είσοδός της στο νησί πρέπει να άρχισε από την πλευρά της Σητείας (που γειτονεύει με την Κάσο και την Κάρπαθο) και να είχε συντελεστεί το πολύ ως το 12ο αιώνα (1101-1200 μ.Χ.), αφού δύο αιώνες για το μουσικό «ταξίδι» από την Πόλη ως την Κρήτη είναι υπεραρκετοί. Πολύ περισσότερο μάλιστα εφ’ όσον οι Κρητικοί ήταν, ως γνωστόν, σπουδαίοι ναυτικοί: ο Γάλλος περιηγητής Andrè Thevet το 1549 έγραφε: «Οι Κρητικοί είναι σπουδαίοι πιλότοι και έμπειροι ναυτικοί. Χρησιμοποιούν μικρά πλεούμενα που τα αποκαλούν squiraces. Όταν είναι μπουνάτσα πέντε τούρκικες φούστες δε μπορούν ν’ αναμετρηθούν μ’ ένα απ’ αυτά τα κρητικά καραβάκια».

Υπέρ της δεύτερης εκδοχής είναι ότι και στην Κρήτη για το συγκεκριμένο όργανο είναι γνωστό μόνο το ελληνικό όνομα λύρα και δεν υπάρχει μαρτυρία ή ανάμνηση σε καμία τοπική παράδοση ότι χρησιμοποιήθηκε ποτέ γι’ αυτό το όνομα ρεμπάμπ, ρεμπέκ, κεμεντζές ή άλλος ξενόγλωσσος όρος. Και στις δύο περιπτώσεις είναι προφανές ότι οι Ενετοί, ερχόμενοι στην Κρήτη το 1211, βρήκαν ήδη τη λύρα εδώ, ως λαϊκό όργανο βέβαια (όπως και στα Δωδεκάνησα) δηλαδή σε πρωτόγονη μορφή (λυράκια κατασκευασμένα από τους ίδιους τους λυράρηδες των χωριών από δέντρα της περιοχής τους και δοξάρια από ουρά αλόγου ή και γαϊδάρου –με το συμπάθιο– όπως ακριβώς τα λυράκια που ξέρουμε από τους αμέτρητους λυράρηδες των κρητικών χωριών του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, πριν η κρητική λύρα πάρει την τυπική σύγχρονη μορφή της με την καθοριστική συμβολή του θρυλικού Ρεθεμνιώτη λυράρη Ανδρέα Ροδινού, και των επίσης Ρεθυμνιωτών οργανοποιών Γιάννη Παπαδάκη ή Καρεκλά και Μανώλη Σταγάκη.

Τα γερακοκούδουνα στο δοξάρι της κρητικής λύρας είναι μια επιπλέον, εξαιρετικά σημαντική ένδειξη για την παρουσία της λύρας στην Κρήτη το αργότερο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, οπότε οι άρχοντες κυνηγούσαν με γεράκια, στα πόδια των οποίων φορούσαν τα γερακοκούδουνα, αν όχι και κατά τη βυζαντινή περίοδο, από ανάλογους κυνηγούς. Οι Τούρκοι της Κρήτης ποτέ δεν κυνήγησαν με γεράκια (μόνο με λαγωναρές σκύλες, όπως και οι απλοί Κρητικοί χωρικοί). Τα γερακοκούδουνα, επομένως, μπήκαν στο δοξάρι της κρητικής λύρας (μόνο της λύρας, που ήταν όργανο της υπαίθρου, ποτέ του βιολιού, που ήταν ένα αστικό όργανο) είτε κατά τη βυζαντινή είτε κατά την ενετική εποχή. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή τα κουδουνάκια έμπαιναν στο δοξάρι αφού είχε πάψει να χρησιμοποιείται το κυνήγι με γεράκια, μόνο από το ιερατικό θυμιατό θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί, οπότε το πιθανότερο είναι ότι θα ονομάζονταν παπαδοκούδουνα ή με κάποιο παρεμφερή όρο. Το θυμιατό ήταν πάντα σε χρήση, με εξαίρεση ίσως ταραγμένες εποχές. Η εικόνα των κουδουνιών του θυμιατού ήταν πολύ πιο κοντά στα μάτια των Κρητικών χωρικών κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ακόμη και στους γέρους της πρώτης γενιάς, που θυμούνταν την εποχή των Ενετών και των αρχοντορωμαίων, απ’ ό,τι η εικόνα του κυνηγετικού γερακιού.

Είναι γεγονός ότι οι αναφορές των κείμενων της Ενετοκρατίας σε λαϊκά μουσικά όργανα αναφέρουν σχεδόν αποκλειστικά πνευστά και κρουστά. Ίσως η μπαντούρα, η ασκομαντούρα και το θιαμπόλι (σφυροχάμπιολο, το κρητικό σουραύλι) να ήταν ακόμη διαδεδομένα στην κρητική ύπαιθρο περισσότερο από τη λύρα, αφού και ως τις αρχές του 20ού αιώνα η διάδοσή τους ήταν σημαντική. Περιηγητές επίσης όπως ο Pierre Belon (1553) περιγράφοντας χορούς των Σφακιανών δεν αναφέρουν καθόλου μουσικά όργανα. Ο Χατζηδάκης μάλιστα επικαλείται τον Belon για να στηρίξει την άποψη ότι δεν υπήρχε λύρα στην Κρήτη το 16ο αιώνα, ξεχνώντας ότι οι Σφακιανοί ποτέ, μέχρι και την εποχή μας, δεν επιδόθηκαν στη χρήση έγχορδων οργάνων.

Ωστόσο, συνήθως παραγνωρίζεται μία σημαντική αναφορά. Είναι του Στέφανου Σαχλίκη, ποιητή του Χάνδακα του 14ου αιώνα, από τους προδρόμους της Κρητικής Αναγέννησης:

«Λοιπόν, όποιος ορέγεται να μάθη διά την μοίραν,
το πώς παίζει τον άτυχον, ωσάν παιγνιώτης λύραν
ας έλθη ν’ αναγνώση εδώ τούτο το καταλόγι…».

Είναι πιθανόν, ότι η αναφορά δε γίνεται στην αρχαία άρπα ούτε στην ιταλική lira (όπως πίστευε ο αείμνηστος Νικόλαος Παναγιωτάκης), αλλά στη λαϊκή κρητική λύρα της εποχής του ποιητή (περίπου 1331-1400), πράγμα που αποδεικνύεται από τη λέξη παιγνιώτης, δηλαδή την ιδιωματική λέξη που χρησιμοποιείται από τους Κρητικούς για να δηλώσει τόσο το σκοπευτή όσο και τον οργανοπαίχτη. Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο Παναγιωτάκης ότι «ο Σαχλίκης ήταν αστός», που όμως έζησε από κοντά τη λαϊκή ζωή της υπαίθρου, ιδίως αφού κατέφυγε στο Πενταμόδι Ηρακλείου μετά την ολοκληρωτική πτώχευσή του από την άσωτη ζωή που έκανε, παραπέμπει λοιπόν καταφανώς σε μια εικόνα της λαϊκής ζωής της κρητικής υπαίθρου της εποχής του, με έναν παιγνιώτη που παίζει λύρα, και όχι σε μια εικόνα Ιταλού μουζικάντη ή αρχαίου Έλληνα αρπιστή.

Την ίδια άποψη φαίνεται να έχουν δύο από τους σημαντικότερους νεότερους μελετητές της εποχής εκείνης, ο Φαίδων Κουκουλές και ο Στυλιανός Αλεξίου. Και οι δύο συγκαταλέγουν με βεβαιότητα την κρητική λύρα στα μουσικά όργανα της βενετοκρατούμενης Κρήτης, με αντίστοιχες αναφορές ο μεν Κουκουλές στο άρθρο του «Συμβολή εις την Κρητική λαογραφίαν επί Βενετοκρατίας», στην Επετηρίδα της Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, τόμ. 3 (1940), σελ. 21, ο δε Αλεξίου στα Κρητικά Χρονικά του 1965 (τόμος ιθ΄), σελ. 165. Και οι δύο στηρίζουν την αναφορά τους στο Σαχλίκη. Μαζί τους συμφωνεί και ο Ελβετός εθνομουσικολόγος Samuel Baud-Bovy όπως σημειώνει σε άρθρο του σχετικά με την κρητική λύρα το 1977.

Όμως… Γύρω στα 1580-1600 ο Γεώργιος Χορτάτζης στο έργο του Κατζούρμπος προσθέτει ένα ακόμα στοιχείο σχετικά με την παρουσία της λύρας που μας διαφωτίζει ακόμη περισσότερο: ο Νικολός κάνει καντάδα στην αγαπημένη του παίζοντας λυρόνι! Η ακατάδεχτη Πουλισένα γκρινιάζει, τονίζοντας πως θα του άνοιγε την πόρτα μόνο αν «της κουδούνιζε ένα σακούλι κίτρινα» (=χρυσά νομίσματα), γιατί αυτή «δεν κομπώνεται» (=δεν ξεγελιέται) με καντάδες και μερακλίκια:

«Ανίσως κι εκουδούνιζε στο σπίτι μου αποκάτω
μιαν ώρα το σακούλι του με κίτρινα γεμάτο,
δεις ήθελες πώς άνοιγα, με μένα με λυρόνι
μηδέ με το τραγούδι του ποσώς δε με κομπώνει…»

(Κατζούρμπος, πράξη Α΄, στ. 195-198)

Πιο κάτω ο Νικολός διεκτραγωδεί τη μοίρα του, καθώς ετοιμάζονται να δώσουν την Πουλισένα σε άλλον, μονολογώντας:
«Πήγαινε κι έρχου, Νικολό, μόνο με το λυρόνι,
τραγούδα κι αναστέναζε, κι άλλος ας ξεφαντώνει.»

(στο ίδιο, πράξη Β΄, στ. 409-410)

Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι στον Κατζούρμπο φαίνεται να γίνεται σύγχυση ανάμεσα στη λύρα και την κιθάρα. Στην αρχή του έργου, όπου βλέπουμε επί σκηνής την καντάδα του Νικολό, ο νέος δεν αναφέρεται να παίζει λυρόνι, αλλά «κιτάρα». Αρκεί να αναφέρουμε εδώ ότι στο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης του Σκαρλάτου Βυζάντιου, στο λήμμα κιθαρίζω, παρατίθεται ως παράδειγμα ο στίχος (από αρχαίο συγγραφέα) αναλαμβάνων την λύραν εκιθάριζεν. Λύρα, κιθάρα και φόρμιγξ είναι τρεις όροι που φαίνεται να χρησιμοποιούνται ενίοτε για το ίδιο όργανο. Επίσης σύμφωνα με το Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας του Εμμ. Κριαρά, όπου λιρόνι= το μουσικό όργανο λύρα (κρητική) [βεν. liron].

Το λυρόνι του Νικολό ωστόσο δεν ήταν κιθάρα, ούτε και αρχαία ελληνική λύρα. Το δεύτερο είναι προφανές από το ότι η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται στην εποχή του ποιητή, στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, με αναφορές μάλιστα στην τουρκική επιθετικότητα της εποχής. Αλλά το κυριότερο είναι ότι η κιθάρα και η αρχαία λύρα ποτέ δεν αναφέρονται με υποκοριστικό. Αντίθετα, το μουσικό όργανο του Νικολό είναι μικρή λύρα (λυρόνι), σε αντιδιαστολή, προφανώς, με τις «κανονικές» λύρες, που ήταν μεγαλύτερες. Είναι προφανές ότι μόνο σ’ ένα όργανο ταιριάζει αυτό το χαρακτηριστικό: στο γνωστό μας λυράκι, την παλαιότερη μορφή της κρητικής λύρας που ξέρουμε. Η αναφορά στο λυρόνι του Νικολό, είναι ίσως η πιο αδιαφιλονίκητη μαρτυρία για τη χρήση της λαϊκής κρητικής λύρας την εποχή της Ενετοκρατίας.

Εδώ δεν είναι άστοχο ίσως να επισημάνουμε ότι η γνωστή αναφορά του Βιτσέντσου Κορνάρου στο λαούτο αφορά στο αστικό («αναγεννησιακό») ευρωπαϊκό λαούτο και όχι στο σημερινό κρητικό λαούτο, όργανο πολύ μεταγενέστερο, που συνδυάζει το χέρι (μανίκι) του ταμπουρά και το ηχείο (σκάφος) από το ούτι –γι’ αυτό και έχει μεγαλύτερο ηχείο τόσο από το στεριανό λαούτο όσο και από το νησιώτικο και το πολίτικο (λάφτα). Ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος (1815-1881) στους «Κρητικούς Γάμους», περιγράφοντας πώς η Σοφία Δα Μολίν έπαιζε λαούτο, αναφέρει: «Το έγχορδον εκείνο πλήκτρον εκαλείτο λιούτον. Η χρήσις του, εκλιπούσα προ πολλού, μικράς αφήκεν αναμνήσεις εις τα δημοτικά ποιήματα της συγχρόνου κρητικής σχολής». Εκτός από το λαούτο υπήρχαν στις πόλεις όλα τα ευρωπαϊκά όργανα της εποχής (τσίτερες, βιόλες, λαούτα, άρπες, μπάσα και φιαούτα, κλαδοτζύμπαλα, τρουμπέτες…) .

Την εποχή της Ενετοκρατίας πρέπει να ήρθε στα αστικά κέντρα της Κρήτης το βιολί. Πόσο γρήγορα έφυγε από τις πόλεις και πήγε στα χωριά; Άγνωστο. Ο Παναγιωτάκης θεωρεί ότι αυτό συνέβη σχετικά γρήγορα. Επί του προκειμένου, πάντως, ας έχουμε υπόψιν ότι:
α. Το βιολί κατασκευάζεται πάντα από επαγγελματία οργανοποιό και ποτέ από τον ίδιο τον ερασιτέχνη μουσικό (όπως η λύρα), επομένως η εξάπλωσή του στα χωριά πρέπει να ήταν στην αρχή πολύ δύσκολη: όλα τα βιολιά που παίζονταν ήταν κατασκευασμένα στις πόλεις και προφανώς -το σπουδαιότερο- ακριβοπληρωμένα, άλλος ένας ανασταλτικός παράγοντας την εποχή εκείνη για τον πολύ λαό.
β. Στις περιοχές που γνωρίζουμε από μεταγενέστερες πηγές ότι παιζόταν λύρα δεν πρέπει να είχε διαδοθεί ποτέ το βιολί (το πολύ να υπήρχε ένας βιολάτορας κάπου κάπου, αστός ή ημιαστός), γιατί είναι απίθανο οι κάτοικοι να εγκατέλειψαν ένα τετράχορδο όργανο και να υιοθέτησαν ένα τρίχορδο (η μία λιγότερη χορδή σημαίνει μικρότερες παικτικές δυνατότητες – η προαναφερόμενη «πεντάχορδη λύρα», απ’ όσο είναι γνωστόν, δε μαρτυρείται ποτέ στην Κρήτη). Αντίθετα, στις περιοχές που διαδόθηκε, ή και κάποια στιγμή κυριάρχησε, το βιολί, ακόμη κι αν αυτό συνέβη μέσα του 17ου αιώνα (1650), είναι πολύ πιθανόν ότι υπήρχε ήδη παλαιότερα λύρα, η οποία συνυπήρξε με το βιολί για ένα μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα και είτε τελικά υποχώρησε (στην επαρχία Κισάμου) είτε συνυπάρχει ακόμη, όπως στους νομούς Ηρακλείου και Λασιθίου –ας μην ξεχνούμε τη μεγάλη λασιθιώτικη παράδοση της λύρας, που, για το 19ο και τον 20ο αιώνα, περνάει από τα ονόματα ξακουστών λυράρηδων, όπως του Φοραδάρη, του Ιωάννη Σολιδάκη (Κιρλίμπα) και του Μαθιού Γαρεφαλλάκη.

Πηγή:blog.mantinades.gr

Διαβάστε Περισσότερα...

Σάββατο 18 Ιουλίου 2009

ΣΚΑΙ ΧΑΡΤΕΣ-ΚΑΡΠΑΘΟΣ ΚΑΣΟΣ

Περιγραφή

Ο καλύτερος χάρτης της Καρπάθου και της Κάσου, διότι:

Είναι ο πρώτος GIS χάρτης των νησιών, δηλαδή για πρώτη φορά χαρτογραφείται η Κάρπαθος και η Κάσος με τοπογραφική ακρίβεια αντίστοιχη της κλίμακας του χάρτη.

Είναι αδιάβροχος και δεν σκίζεται. Μπορείτε να τον διπλώσετε και να τον ξεδιπλώσετε χιλιάδες φορές, μπορείτε να τον βουτήξετε στη θάλασσα, να τον αφήσετε στη βροχή. Ο χάρτης αυτός δεν θα πάθει τίποτα!

Έχει το πλουσιότερο οδικό δίκτυο.

Αποτυπώνει για πρώτη φορά με ακρίβεια τα μονοπάτια των νησιών, αφού τα περπάτησαν ένα ένα οι χαρτογράφοι της TERRAIN. Όλα τα μονοπάτια είναι χιλιομετρημένα για να μπορείτε να υπολογίσετε τον χρόνο πορείας σας.
Έχει ποδηλατικές διαδρομές, για τους φίλους του mountain bike.
Διαβάστε Περισσότερα...

Εντυπώσεις από τη Κάσο


Στο περιοδικό DELUXE για τον μήνα Ιούλιο η καλη φίλη της Κάσου Ελεάνα Κυρκιλή έγραψε τις εντυπώσεις της για το νησί, δίνοντας την υπόσχεση πως θα πάει και φέτος. Παράλληλα με μια μαντινάδα προκαλεί και προσκαλεί τους ψαγμένους κι επιλλεκτικούς ταξιδιώτες να κάνουν το ταξίδι αυτό, που θα τους μείνει ΑΞΕΧΑΣΤΟ!!!
Ελεάνα
ΚΑΛΗ ΑΝΤΑΜΩΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΣΟ!!!
και
Καλό καλοκαίρι!!
Αντώνης Καραγιαννάκης
Διαβάστε Περισσότερα...

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

Μεγαλομάρτυς Αγία Μαρίνα


  • Η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας,στο ομώνυμο χωριό της Κάσου,χτίστηκε το 1862

Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου του Β', το 270 μ.Χ. Λίγες μέρες μετά τη γέννησή της, ή μητέρα της πέθανε, και ό πατέρας της Αίδέσιος, πού ήταν Ιερέας των ειδώλων, την ανέθεσε σε μια χριστιανή γυναίκα, από την οποία ή Μαρίνα διδάχθηκε το Χριστό. Όταν έγινε 15 χρονών, αποκαλύπτει στον πατέρα της ότι είναι χριστιανή. Έκπληκτος αυτός απ' αυτό πού άκουσε, με μίσος τη διέγραψε από παιδί του. Μετά από καιρό, έμαθε για τη Μαρίνα και ό έπαρχος Όλύμβριος, πού διέταξε να τη συλλάβουν για ανάκριση. Όταν την είδε μπροστά του, θαύμασε την ομορφιά της και προσπάθησε να την πείσει με κάθε τρόπο να αρνηθεί το Χριστό και να γίνει σύζυγος του. Μάταια, όμως. Ή Μαρίνα σε κάθε προσπάθεια του Όλυμβρίου αντέτασσε τη φράση: "Είμαι χριστιανή". Τότε ό σκληρός έπαρχος διέταξε να την ξαπλώσουν στη γη, και την καταξέσχισε άσπλαχνα με ραβδιά τόσο, ώστε ή γη έγινε κόκκινη από το αίμα πού έτρεξε. Έπειτα, ενώ αιμορραγούσε, την κρέμασε για πολλή ώρα και μετά τη φυλάκισε. Όταν για δεύτερη φορά την εξέτασε και διαπίστωσε ότι ή πίστη της Μαρίνας ήταν αμετακίνητη στο Χριστό, την έκαψε με αναμμένες λαμπάδες. Άλλα οι πληγές της με θαύμα έκλεισαν, και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί παρευρισκόμενοι να γίνουν χριστιανοί. Μπροστά σ' αύτόν τον κίνδυνο ό έπαρχος τελικά αποκεφάλισε τη Μαρίνα, πού έτσι πήρε "τον αμαράντινον της δόξης στέφανον"1. Δηλαδή το άφθαρτο στεφάνι της αιώνιας δόξας.
1. Α' επιστολή Πέτρου, ε' 4.


Άπολυτίκιον. Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Μνηστευθείσα τω Λόγω Μαρίνα ένδοξε, των επίγειων την σχέσιν πάσαν κατέλιπες, και ένήθλησας λαμπρώς ως καλλιπάρθενος· τον γαρ άόρατον έχθρόν, κατεπάτησας στερρώς, όφθέντα σοι Άθληφόρε. Και νυν πηγάζεις τω κόσμω, των ίαμάτων τα χαρίσματα.

Διαβάστε Περισσότερα...

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2009

ΑΝΕΚ-ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Τετάρτη 15-7-2009
Η ΑΝΕΚ ενημερώνει το επιβατηγό κοινό με εισιτήρια με το Ε/Γ-Ο/Γ «ΠΡΕΒΕΛΗΣ» στο σημερινό δρομολόγιο (Τετάρτη 15-7-2009 ΠΕΙΡΑΙΑΣ 22:00-ΘΗΡΑ-ΑΝΑΦΗ- ΚΑΣΟΣ-ΠΗΓΑΔΙΑ-ΔΙΑΦΑΝΙ-ΧΑΛΚΗ-ΡΟΔΟΣ) ότι, λόγω καθυστερημένου κατάπλου στον λιμένα ΠΕΙΡΑΙΑ εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών , η αναχώρηση του πλοίου θα πραγματοποιηθεί με τετράωρη καθυστέρηση δηλαδή 02:00 της ΠΕΜΠΤΗΣ 16-7-2009.
Κατόπιν τούτου, οι ώρες αφιξοαναχώρησης στα επόμενα λιμάνια αναμένεται να πραγματοποιηθούν με ανάλογη καθυστέρηση.

Πέμπτη 16-7-2009
Η ΑΝΕΚ ενημερώνει το επιβατηγό κοινό με εισιτήρια με το Ε/Γ-Ο/Γ «ΠΡΕΒΕΛΗΣ» στα δρομολόγια από σήμερα Πέμπτη 16-7-2009 έως Κυριακή 19-07-2009 ότι οι ώρες αφιξοαναχώρησης στα λιμάνια αναμένεται να πραγματοποιηθούν με πεντάωρη καθυστέρηση, λόγω ανάλογης καθυστέρησης στον κατάπλου στον λιμένα ΠΕΙΡΑΙΑ εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών της 15-07-2009.

Διαβάστε Περισσότερα...

Τρίτη 14 Ιουλίου 2009

«Βοσκοϊκανότητα και διαχείριση βοσκοτόπων Το παράδειγμα της Κάσου – Δωδεκανήσου»

Του Επάρχου Καρπάθου- Κάσου
Μιχάλη Εμμ. Ερωτόκριτου*

Σε πολλά μικρά και άγονα νησιά του Αρχιπελάγους, που διαθέτουν μικρές πεδινές εκτάσεις που δεν υπερβαίνουν το 10-20% της έκτασής τους, αλλά αντίθετα οι βοσκότοποι (φρυγανότοποι) καλύπτουν πάνω από το μισό της επιφάνειάς τους, οι κάτοικοι απασχολούνται σε μικρό ποσοστό με τον πρωτογενή τομέα και κυρίως με την κτηνοτροφία.
Ειδικότερα για την Κάσο της Δωδεκανήσου εκπονήθηκε και εφαρμόστηκε μελέτη που αφορούσε τη βοσκοϊκανότητα και τη διαχείριση των βοσκοτόπων και του ζωικού κεφαλαίου σε σχέση με τον πολύ υψηλό αριθμό ζώων που υπήρχαν στο νησί.
Η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης υπολειπόταν της παραγωγικής ικανότητας των βοσκοτόπων λόγω της υπερεντατικής βόσκησης των τελευταίων δεκαετιών εξαιτίας του αυξημένου αριθμού ζώων.
Εξαιτίας της υπερβόσκησης ήταν εμφανής η επιφανειακή διάβρωση του εδάφους με σοβαρά προβλήματα στην προστασία του περιβάλλοντος και στην αειφορία του οικοσυστήματος.
Με βάση δε τις εθνικές διατάξεις στο νησί και με βάση την έκταση και την παραγωγή των βοσκοτόπων ο συνολικός αριθμός παραμονής ενήλικων αιγοπροβάτων δεν θα μπορούσε να υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό του συνολικού ζωικού κεφαλαίου του νησιού. Οι ευρωπαϊκές διατάξεις είναι περισσότερο αυστηρές και περιοριστικές.

Έτσι λοιπόν για το πρόγραμμα εκτατικοποίησης της κτηνοτροφίας της Κάσου, όπως ονομάστηκε το πρόγραμμα αυτό που εφαρμόστηκε πιλοτικά στο νησί προτάθηκε:
α) η δραματική μείωση του αριθμού των ποιμενικών αιγοπροβάτων, από 16.000 σε 4.400 προκειμένου να καταστεί εφικτή η έναρξη προσπαθειών επίλυσης του προβλήματος που δημιουργήθηκε την περίοδο 1980-2000 με την ανεξέλεγκτη αύξηση του αριθμού των ζώων και με την ελεύθερη διακίνησή τους επί 12 μήνες το χρόνο στους βοσκοτόπους έκτασης 49.000 στρεμμάτων περίπου, με την ανοχή των εμπλεκόμενων φορέων και υπηρεσιών. Η μείωση αυτή έγινε σταδιακά εντός 3 ετών, με αποτέλεσμα η μείωση του ζωικού κεφαλαίου για τους κτηνοτρόφους του νησιού να εκτιμηθεί αρχικά σε 1.000.000€ περίπου σε σημερινές τιμές, η οποία όμως υπερκαλύφθηκε από την αποζημίωση που έλαβαν στα πλαίσια του επονομαζόμενου «προγράμματος εκτατικοποίησης της κτηνοτροφίας και προστασίας του περιβάλλοντος» το ύψος της οποίας εκτιμήθηκε σε 3.500.000€ περίπου, που καρπώνονται οι 60 περίπου κτηνοτρόφοι του νησιού.
β) Υποχρεωτική εφαρμογή του όρου της βόσκησης συγκεκριμένης έκτασης βοσκοτόπου μέχρι 4 μήνες κατ’ έτος και προσχεδιασμένη βόσκηση των ζώων κατά τη διάρκεια του έτους σε όλη την επιφάνεια των βοσκοτόπων του νησιού.
γ) Αύξηση της βοσκοϊκανότητας: Η μείωση του ζωικού πληθυσμού, ο σχεδιασμός της εκ περιτροπής βόσκησης και η σταδιακή υλοποίηση συγκεκριμένων έργων και παρεμβάσεων στους βοσκοτόπους, βελτίωσε σταδιακά την βοσκοϊκανότητα, διπλασιάζοντας την παραγωγή των 40kg ξηρής ουσίας ανά στρέμμα βοσκοτόπου.
δ) Δημιουργία κατάλληλων χώρων και εγκαταστάσεων σταυλισμού των ζώων, γιατί από μόνη της η εκ περιτροπής βόσκηση δεν είναι αρκετή.
ε) Άμεση συνεργασία των κτηνοτρόφων και του τοπικού συνεταιρισμού με το Δήμο και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση μέσω του Επαρχείου και των υπηρεσιών του.
Έτσι λοιπόν επιτυγχάνεται:
1. Η μείωση του αριθμού των αιγοπροβάτων (πρόγραμμα 1) σε 4.400 εκ των οποίων 3.500 ενήλικα ζώα αναπαραγωγής χωρίς μείωση των εισοδημάτων των κτηνοτρόφων και με κάλυψη της απώλειας του ζωικού κεφαλαίου μέσω κινήτρων που προβλέπονταν από το πρόγραμμα.
2. Μετά την περίοδο της μείωσης περνάμε στην περίοδο 2005-2010 που προβλέπεται αύξηση του πληθυσμού από 4.400 σε 8.800 εκ των οποίων 7.000 ενήλικα αναπαραγωγής (πρόγραμμα 2), βελτίωση των συνθηκών διαχείρισης και διατροφής, με τρόπο ώστε να βελτιώνονται οι τεχνικοί δείκτες και να διαμορφώνεται ικανοποιητικό εισόδημα για τους κτηνοτρόφους.
Με βάση λοιπόν τα δύο προγράμματα, δραστικής μείωσης αρχικά και σταδιακής αύξησης στη συνέχεια σε χρονικό διάστημα 9 ετών ( 3 για το πρώτο και 6 για το δεύτερο) αναμένεται σε όρους κτηνοτροφικού εισοδήματος, εξαπλασιασμός της παραγωγικότητας των βοσκοτόπων και οκταπλασιασμός εκείνων των αιγοπροβάτων και στους οποίους περιλαμβάνονται και οι οικονομικές ενισχύσεις σε όρους συνολικού εισοδήματος, σχεδόν τριπλασιασμός της παραγωγικότητας των βοσκοτόπων και υπερπενταπλασιασμός των εσόδων από τα αιγοπρόβατα εξαιτίας του εννεαπλασιασμού της παραγωγής γάλακτος και του υπερτριπλασιασμού αυτής του κρέατος.
Η μελέτη αυτή εκπονήθηκε το 2001 για λογαριασμό του Δήμου Κασίων και υλοποιήθηκε σε συνεργασία του Επαρχείου Καρπάθου – Κάσου (Τμήματα Κτηνιατρικής και Υγειονομείου) με τις υπηρεσίες του Δήμου του νησιού και των φορέων και υπηρεσιών της Κάσου, όχι άριστα αλλά με ικανοποιητικά για τους παραγωγούς και το υποβαθμισμένο περιβάλλον αποτελέσματα. Αποτελεί λοιπόν ένα καλό παράδειγμα για εφαρμογή σε νησιά που έχουν παρόμοιο πρόβλημα.
*εισήγηση στο συνέδριο του Συνδέσμου Αιρετών Επάρχων-Ικαρία 4/7/2009 Διαβάστε Περισσότερα...

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009

Με την κάρτα ανάληψης κάνετε διακοπές σε κάθε γωνιά της χώρας

Ακόμη και σε πολύ μικρά νησιά έχουν τοποθετήσει οι τράπεζες ΑΤΜ

Του Αλεκου Λιδωρικη*

Περισσότερα από 1.000 ΑΤΜ πρόσθεσαν στο δίκτυό τους τα τελευταία δύο χρόνια οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, αυξάνοντας τον αριθμό τους σε 7.600 μονάδες, καλύπτοντας γεωγραφικά σχεδόν κάθε γωνιά της χώρας.

Οπως προκύπτει από επικοινωνία της «Κ» με αρμόδια τμήματα ηλεκτρονικής τραπεζικής και εναλλακτικών δικτύων των τραπεζών μας και σε σύγκριση με προηγούμενα έτη, ΑΤΜ έχουν εγκατασταθεί ακόμη και σε πολύ μικρά σε έκταση και σε πληθυσμό νησάκια, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα στους εναπομείναντες μισθωτούς και κυρίως συνταξιούχους να λαμβάνουν τον μισθό και τη σύνταξή τους μέσω των ΑΤΜ, χωρίς ταλαιπωρία και καθυστερήσεις.

Επίσης, επιτρέπουν στους ταξιδιώτες του καλοκαιριού όχι μόνον να ταξιδεύουν χωρίς μετρητά, παρά μόνον με την κάρτα ανάληψης στο πορτοφόλι τους, αλλά και να πληρώνουν από την παραλία μια σειρά υποχρεώσεων που ξέχασαν ή δεν πρόφτασαν πριν φύγουν για τις διακοπές, όπως δόσεις δανείων, καρτών, λογαριασμούς κινητής τηλεφωνίας, λογαριασμούς ΔΕΚΟ κ. λπ. Επίσης, μπορούν να μεταφέρουν ποσά από λογαριασμούς τους ή να μεταφέρουν χρήματα σε λογαριασμούς τρίτων, όπως μελών της οικογένειάς τους ή φίλων που ο λογαριασμός τους έμεινε από μετρητά.

Στις Κυκλάδες

Εν όψει λοιπόν της επικείμενης μαζικής εξόδου των πολιτών από τα αστικά κέντρα λόγω των καλοκαιρινών διακοπών, αναφέρονται χαρακτηριστικά παραδείγματα πολύ μικρών νησιών στις Κυκλάδες με πληθυσμό κάτω των 200 κατοίκων που διαθέτουν πλέον ΑΤΜ: είναι τα νησάκια Ηρακλειά, Σχοινούσα και Δονούσα (ΑΤΜ της ΑΤΕbank). Στα Δωδεκάνησα, με πρωτοβουλία του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και των ΕΛΤΑ εγκαθίσταται ΑΤΜ στο Αγαθονήσι, το βορειότερο νησί των Δωδεκανήσων, με μόνιμο πληθυσμό 160 κατοίκων περίπου και έκταση 14 τ. χλμ.

Στις Κυκλάδες, εκτός από τα πολύ μικρά νησιά που προαναφέρθηκαν, ΑΤΜ διαθέτουν και όλα τα υπόλοιπα μικρότερα σε μέγεθος νησιά, όπως η Ανάφη, η Αντίπαρος, η Θηρασιά, η Κίμωλος, η Κύθνος, τα Κουφονήσια, η Σίκινος, η Φολέγανδρος. Στα υπόλοιπα μεγαλύτερα νησιά οι τράπεζες, ειδικότερα σε εκείνα που δέχονται σημαντικό αριθμό τουριστών όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Πάρος, η Νάξος, ανταγωνίζονται ποια θα αποκτήσει το μεγαλύτερο δίκτυο ΑΤΜ που απλώνεται πλέον σχεδόν παντού, σε παραλίες, σούπερ μάρκετ, κεντρικούς δρόμους, εμπορικά κέντρα κ.λπ.

Στα Δωδεκάνησα, με τη συμβολή και της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου, ΑΤΜ υπάρχουν και στα μικρότερα σε μέγεθος νησιά όπως στη Νίσυρο, το Καστελλόριζο, τη Λέρο, την Αστυπάλαια, την Κάσο, την Κάρπαθο, τη Σύμη, την Τήλο, τη Χάλκη και τους Λειψούς. Πλήρη κάλυψη ΑΤΜ υπάρχει και για τα νησιά του Ιονίου, του Βόρειου και Ανατολικού.

Ανεφοδιάζονται συνεχώς

Σύμφωνα με στοιχεία που μας δίνει η επικεφαλής του Τομέα ΑΤΜ της Εθνικής Τράπεζας Γεωργία Μπότσικα, η μεγαλύτερη αύξηση στη χρήση ΑΤΜ το καλοκαίρι σε σχέση με τους καλοκαιρινούς μήνες στη νησιωτική Ελλάδα παρατηρείται στις Κυκλάδες με ποσοστό αύξησης 246% και ακολουθούν τα νησιά του Ιονίου με ποσοστό αύξησης 52% και τα Δωδεκάνησα με 49%. Οπως αναφέρει η κ. Μπότσικα, παρά τη σημαντική αυτή αύξηση, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας να αδειάσουν τα ΑΤΜ από μετρητά, καθώς διαθέτουν ειδικό σύστημα εντοπισμού χαμηλού υπολοίπου, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται άμεσα οι διαδικασίες ανεφοδιασμού τους.

Η Εθνική τράπεζα με 1.493 ΑΤΜ διαθέτει το μεγαλύτερο δίκτυο στη χώρα μας. Ακολουθούν η ΑΤΕbank με 961, η Eurobank με 850, η Alpha Bank με 846, η Εmporiki Bank με 760, η Τράπεζα Πειραιώς με 700, η Millennium Bank με 277, η Marfin Εγνατία Τράπεζα με 244, η Tράπεζα Κύπρου με 214, η Geniki Bank με 199, το Τ. Τ. με 184, η Citibank επίσης με 184, η Πανελλήνια Τράπεζα με 174 (περιλαμβάνει και το δίκτυο ΑΤΜ των συνεταιριστικών τραπεζών - μελών της), η Probank με 170, η Παγκρήτια Συνεταιριστική με 81, η Aspis Bank με 80, η HSBC με 40, η Proton με 38, η Ελληνική με 27, η FBB με 23 και η Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας με 6 ΑΤΜ.

Το σύστημα ΔΙΑΣ

Το δίκτυο των ΑΤΜ όλων των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας συνδέεται με το διατραπεζικό σύστημα ΔΙΑΣ, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους καταναλωτές να σηκώνουν μετρητά από κάθε γωνιά της Ελλάδας.

Οι καταναλωτές θα πρέπει να γνωρίζουν ότι όταν κάνουν ανάληψη από ΑΤΜ της τράπεζας από την οποία έχει εκδοθεί η κάρτα τους δεν υφίστανται καμιά επιβάρυνση.

Διαφορετικά, όταν χρησιμοποιούν την κάρτα τους για να σηκώσουν μετρητά από ΑΤΜ άλλης τράπεζας, στις περισσότερες των περιπτώσεων οι χρεώσεις κυμαίνονται από 1 ευρώ περίπου μέχρι 4,50 ευρώ το ανώτερο, ανάλογα με το συνολικό ποσό ανάληψης.

*εφ. "H ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

Διαβάστε Περισσότερα...

Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Κρητική Λύρα – Η Ιστορία της(Μέρος 1ο)

Η Κρητική λύρα ανήκει στην κατηγορία των χορδόφωνων μουσικών οργάνων με δοξάρι και έχει τις ρίζες της στην Ανατολή. Στην Kρήτη υπήρχαν δύο τύποι λύρας. Tο αποκαλούμενο σήμερα λυράκι, που έδινε οξύ και διαπεραστικό ήχο και η βροντόλυρα ή χοντρόλυρα, μεγαλύτερη σε μέγεθος, ιδανική για την πολύωρη συνοδεία τραγουδιού. Aπό τους δύο τύπους αυτούς και την επιρροή του βιολιού, προήλθε η σύγχρονη κοινή λύρα.

Κατασκευάζεται από μονοκόμματο ξύλο κάποιας ηλικίας (τουλάχιστον 10 ετών) και συνήθως χρησιμοποιείται ασφένταμος, καρυδιά, μουρνιά, κ.α. Η σκάφη, το κοίλο σκαφτό σώμα της λύρας λέγεται και καύκα ή καυκί. Το καπάκι (εμπρόσθιο μέρος) είναι αυτό που επηρεάζει άμεσα τον ήχο του οργάνου και ιδανικό υλικό για την κατασκευή του θεωρείται το κατράνι (υλικό ηλικίας άνω των 300 ετών που προέρχεται από δοκάρια παλαιών κτισμάτων). Παλιά οι χορδές ήταν εντέρινες και το δοξάρι είχε τρίχες από ουρά αλόγου που συνήθως έφερε μια σειρά από σφαιρικά κουδουνάκια, τα λεγόμενα γερακοκούδουνα. Σήμερα που η λύρα συνοδεύεται από άλλα μουσικά όργανα (λαούτο, κιθάρα κ.α.) χρησιμοποιείται συνήθως δοξάρι βιολιού.

1. Η λύρα στον ελληνικό χώρο.

Για να διερευνήσουμε τη χρονική αφετηρία της παρουσίας των εγχόρδων μουσικών οργάνων στην Κρήτη πρέπει να εξετάσουμε την παρουσία τους στον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου ή, ακόμη ευρύτερα, της ανατολικής Μεσογείου και γενικά της βυζαντινής επικράτειας.

Κρητική λύρα

Συγκεκριμένα για τη λύρα γνωρίζουμε ότι από το 10ο αιώνα (901-1000 μ.Χ.) υπήρχε ήδη στο βυζαντινό χώρο. Εκτός από τις παραστάσεις στο ανάγλυφο ελεφάντινο βυζαντινό κιβωτίδιο του 10ου ή 11ου αιώνα που σώζεται στο μουσείο της Φλωρεντίας και στα ιστορημένα (εικονογραφημένα) χειρόγραφα του 11ου αιώνα , βαρύνουσα σημασία έχει και η αναφορά του Πέρση Ibn Kurdadhbih προς το χαλίφη Al Mutamid, όπου, ανάμεσα σε άλλα βυζαντινά όργανα, αναφέρει τη λύρα (“lura”), περιγράφοντάς την ως ξύλινο όργανο με πέντε χορδές «όμοιο με το αραβικό ρεμπάμπ».

Η αναφορά αυτή, εκτός από την παλαιότητά της, είναι ιδιαίτερα σημαντική για δύο ακόμη λόγους: πρώτον, γιατί αναφέρει την ελληνική ονομασία λύρα και, δεύτερον, γιατί θεωρεί το συγκεκριμένο όργανο «όμοιο με το ρεμπάμπ» και όχι προερχόμενο από το ρεμπάμπ. Αυτό δεν αποκλείει οπωσδήποτε την προέλευση της βυζαντινής λύρας από τον αραβικό κόσμο, όμως πρέπει να διερευνηθεί η ακριβής σχέση της τόσο με τα τοξωτά έγχορδα της Ανατολής (Ινδία και, στη συνέχεια, Άραβες) όσο και με την αρχαία ελληνική λύρα. Το όνομα λύρα για το συγκεκριμένο όργανο δεν εντοπίζεται μόνο στη μορφωμένη Κωνσταντινούπολη (όπου θα μπορούσε να έχει δοθεί από λογίους σ’ ένα νεοεισαχθέν όργανο που τους θύμιζε κάπως την αρχαία άρπα), αλλά σε όλο τον ελληνικό χώρο, με εξαίρεση την περιοχή των Σερρών , όπου λεγόταν ζίγκα ή γκίγκα πιθανόν κατά ξενική επίδραση (πάντως οι Τούρκοι ονομάζουν την ελληνική λύρα ρουμ κεμεντζέ, που σημαίνει ακριβώς «ρωμαίικη λυρα»):

Για δώστε μου τη λύρα μου, το δόλιο μου δοξάρι,
να θυμηθώ τσ’ αγάπης μου, σήμερο τηνε χάνω

(ακριτικό τραγούδι, από τη συλλογή της Ακαδημίας Αθηνών
Ελληνικά δημοτικά τραγούδια Α΄, Αθήναι 1962, σελ. 116).

Επομένως χρειάζεται, κατά τη γνώμη μου, προσεκτική αξιολόγηση η άποψη του Κλοντ Φωριέλ ότι οι τυφλοί Έλληνες λαϊκοί ποιητές «τραγουδούν παίζοντας με το δοξάρι ένα όργανο με χορδές που είναι ακριβώς η λύρα των αρχαίων Ελλήνων, και που έχει διατηρήσει και το όνομα και τη μορφή. Η λύρα, για να είναι πλήρης, πρέπει να έχει πέντε χορδές, αλλά συνήθως δεν έχει παρά δύο ή τρεις, που οι ήχοι της, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, δεν είναι και πολύ αρμονικοί…» . Ο Φωριέλ γράφει το 1824 και θεωρεί αυτονόητα τη λύρα ελληνικό μουσικό όργανο. Ο Γεώργιος Χατζηδάκις στο κεφάλαιο για την καταγωγή της κρητικής λύρας του έργου του Κρητική Μουσική, αν και αναγνωρίζει ότι «η σημερινή και η αρχαία λύρα από απόψεως κατασκευής παρουσιάζουν κατά βάσιν κοινά τινα τεχνικά γνωρίσματα», τα οποία περιγράφει διεξοδικά (στο σχήμα, το ηχείο, τα κλειδιά –στριφτάλια, κ.τ.λ.), εντούτοις είναι της άποψης ότι δεν πρόκειται για το ίδιο όργανο, κυρίως επειδή η αρχαία λύρα ήταν νυκτό όργανο (παιζόταν με πλήκτρο, δηλ. πένα), ενώ η νεότερη τοξωτό, το δε τόξο (δοξάρι) θεωρεί, όχι άδικα, προϊόν της ανατολής: τόσο η οικογένεια του βιολιού όσο και η οικογένεια της λύρας έλκουν την καταγωγή τους από τις Ινδίες. Ακόμη και την ινδιάνικη λύρα, που εκτίθεται στο Μουσείο Φυσικών Επιστημών της Νέας Υόρκης, συνοδεύει σημείωμα ότι «το όργανο τούτο μετεκομίσθη από τας Ινδίας εις την Αμερικήν» (η απώτερη καταγωγή των ιθαγενών της Αμερικής θεωρείται ασιατική, οι πρόγονοί τους πέρασαν στην αμερικανική ήπειρο μέσω του Βερίγγειου Πορθμού) . Σε κάθε περίπτωση δεν γνωρίζουμε πότε οι Βυζαντινοί άρχισαν να παίζουν λύρα· ακόμη και αν δεν έχουμε να κάνουμε με μια παράδοση που συνεχίζεται από την αρχαιότητα (και η νεότερη λύρα δεν είναι, αναπάντεχα, άμεσος απόγονος της αρχαίας ελληνικής ) αλλά ήρθε πράγματι από τον αραβικό κόσμο, δε γνωρίζουμε πόσο παλαιότερα από το 10ο αιώνα συνέβη αυτή η πολιτισμική «συναλλαγή». Τον 11ο αιώνα μ.Χ. τα τοξωτά έγχορδα είναι εξαπλωμένα σε όλη τη μεσογειακή Ευρώπη και πιο ψηλά, ώς τους Κέλτες και τις Βρετανικές Νήσους. Σε γερμανικά χειρόγραφα του 12ου αιώνα η ονομασία διατηρείται: lyra. Στην Ιταλία διατηρήθηκαν τα ονόματα Lira di braccio και Lira da gamba έως και τον 16ο αιώνα. Η λύρα των Βυζαντινών σε παραλλαγές σχημάτων και ονομάτων (fiddle, viele, viola, rebec, ribeca, rubeba), έγινε στην Ευρώπη το κυριότερο έγχορδο κατά την περίοδο του Μεσαίωνα. Το 1484 ο Φλαμανδός μουσικός Johannes Tinctoris έγραφε: «Η βιόλα όπως λένε, ανακαλύφθηκε από τους Έλληνες» .

Σε ολόκληρο το τόξο από την Κωνσταντινούπολη ώς την Κρήτη, που περιλαμβάνει τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, έχουμε λύρα ώς τα μέσα του εικοστού αιώνα, οπότε η λύρα εκτοπίζεται από το βιολί. Λύρα έχουμε επίσης στην Αγία Ελένη Σερρών (αναστενάρικη λύρα), όπου επικρατεί, όπως είπαμε, η ονομασία ζίγκα ή γκίγκα· η λύρα εκείνη διαφέρει από τη βυζαντινή (την πολίτικη) προδίδοντας ίσως περισσότερο τουρκικές επιδράσεις.

(συνεχίζεται)

(Πηγή:περιοδικό "Κρητική μουσική")

Διαβάστε Περισσότερα...

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Υγεία

Η προκήρυξη 65 θέσεων ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων ,η προώθηση της νομοθετικής ρύθμισης, με την οποία οι νεοπροσλαμβανόμενοι ιατροί θα πρέπει να υπηρετούν στα νησιά του Αιγαίου για ένα έτος ,η δημιουργία Αιμοδυναμικής Μονάδας στο Γενικό Νοσοκομείο της Ρόδου, στα μέτρα που θα ληφθούν άμεσα για την ανακούφιση των προβλημάτων της υγείας στην περιοχή .
Σύμφωνα με το αποτέλεσμα των επαφών που είχε με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ο υφυπουργός εξωτερικών και βουλευτής Δωδεκανήσου Γιάννης Βαληνάκης αποφασίστηκαν και μέτρα για τα υπόλοιπα νησιά και ειδικότερα η ένταξη της κατασκευής του Νοσοκομείου της Κω στο η αποδοχή από το Υπουργείο Υγείας της μεταβίβασης της επικαρπίας και χρήσης του οικοπέδου της Ιεράς Μητρόπολης Καρπάθου για την ανέγερση του νέου Νοσοκομείου στο νησί, η στελέχωση του Κέντρου Υγείας Αντιμάχειας στην Κω μέσω προγραμματικής σύμβασης με τον Δήμο Ηρακλειδών, η αποστολή πρόσθετου ιατρικού και παραϊατρικού εξοπλισμού στο νοσοκομείο της Καλύμνου., η καλύτερη δυνατή διευθέτηση των χρεών των ασφαλιστικών ταμείων προς το Κρατικό Θεραπευτήριο Λέρου, ύψους 6 εκ. € και η επίσπευση των διαδικασιών για την κατασκευή του Πολυδύναμου Περιφερειακού Ιατρείου στην Κάσο.
Όπως αναφέρει ο κ.Βαληνάκης ζήτησε και έγινε αποδεκτό, με τον νέο Γενικό Προϋπολογισμό του Κράτους που θα ψηφιστεί τον Δεκέμβριο, να τροποποιηθεί εκ νέου ο Οργανισμός του Νοσοκομείου Ρόδου , με στόχο να διπλασιαστούν τελικά οι οργανικές θέσεις του
Σχολιάζοντας τα μέτρα που ανακοίνωσε ο κ.Βαλληνάκης ο βουλευτής Αριστοτέλης Παυλίδης μιλώντας στο σταθμό μας υποστήριξε πως αυτά περιγράφονται στον Οργανισμό που γνωρίζουμε ήδη και που έχει ανάγκη περιορισμένης αναδιάρθρωσης όπως ζητά το προσωπικό του Νοσοκομείου μας. «Μετα την δημοσίευση του Οργανισμού θα ξεκινήσουν οι προσλήψεις και οι πληρωμές» τόνισε ο κ.Παυλίδης.
Πηγή:ΕΡΑ Διαβάστε Περισσότερα...