Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Το ολοκαύτωμα της Κάσου (Από 20 Μαίου έως 6 Ιουνίου 1824 )



εργασία
του Υπλχου Δημητρίου Γκόγκα
Διοικητή 3ου Λ.ΕΘ. Κάσου

Η νήσος Κάσος (1), είναι το νοτιότερο άκρο των Δωδεκανήσων, ανατολικά της Κρήτης. Με συνολική έκταση που αγγίζει τα 66 τ.χλμ και μήκος ακτών 59 χλμ φαντάζει ως μια θεόρατη πέτρα ριγμένη από τον θεό στην θάλασσα. Οι υψηλότερες κορφές του νησιού είναι ο Πρίωνας (504μ) και ο Περίολας(494μ).



Δεν γνωρίζει κανείς εάν και η Κάσος θα ακολουθούσε πληθυσμιακά την φθίνουσα κατάσταση των άλλων νησιών του Αιγαίου. Με πληθυσμό, πριν το 1824, σπαρμένο στα πέντε χωριά: Φρυ, Αρβανιτοχώρι , Αγία Μαρίνα, Πόλι και Παναγία, (2) που αριθμούσε τις 12.000 και κατ΄ άλλους τις 16.000 και μια ανθηρή οικονομία, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι σήμερα εκατόν εβδομήντα έξι χρόνια (176) χρόνια μετά, 800 περίπου κάτοικοι θα υπομένουν καρτερικά τους θυμούς των ανέμων!
Σημαντικό ρόλο στην μείωση του πληθυσμού, εκτός από την καταστροφή του 1824, έπαιξε η κατάληψη του νησιού από τις ιταλικές δυνάμεις το 1911 και το μεταναστευτικό ρεύμα μετά το 1917, στην Ευρώπη, Αμερική και κυρίως στην Αίγυπτο.
Την εποχή του 18ου αιώνα, το νησί γνωρίζει σημαντική οικονομική άνθηση. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και το θαλάσσιο εμπόριο και κατορθώνουν να έχουν ένα σημαντικό εμπορικό στόλο που αριθμούσε πάνω από 80 καράβια. Με την έναρξη της επανάστασης το 1821, παρ΄ όλο που η Κάσος όπως και όλα τα νησιά απολάμβαναν ειδικά προνόμια πληρώνοντας μονάχα ένα ειδικό φόρο στον Σουλτάνο, το διοικητικό συμβούλιο του νησιού (3) είχε αποφασίσει την συμμετοχή με οποιονδήποτε τρόπο στον αγώνα και την ενίσχυση του, με καράβια, που οι τεχνίτες Κασιώτες και οι ικανότατοι ναυτικοί τα μετέτρεπαν με επιτυχία, καθώς διέθεταν ουσιαστικές γνώσεις, από εμπορικά σε πολεμικά. Tο 1821, ο εμπορικός στόλος των Κασίων αριθμούσε 83 πλοία και διοικούνταν από φημισμένους πλοιάρχους όπως ο Θεόδωρος Καρατζής ή Κανταριτζής, ο Μάρκος Μαλιαράκης, ο Ζατζηνικόλας Μακρής, ο Ν. Ιούλιος, ο Νικόλαος Γρηγοριάδης, ο Μανόλης Μανολης (4) κ.αλ. Χαρακτηριστικό δείγμα της ανδρείας και της τόλμης που χαρακτήριζαν τους ναυτικούς της Κάσου, ήταν η κλοπή δεκατριών πλοίων των Αιγυπτίων από την ναυτική τους βάση στην Δαμιέττα (5) το 1822.
Η Κάσος στην πραγματικότητα, λειτουργούσε ως ένα ΄΄ναυτικό προπύργιο΄΄ προσβάλλοντας κυρίως τα παράλια της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου και της Συρίας. Έλεγχε αποτελεσματικά τα περάσματα από την μια της Καρπάθου και από την άλλη την ανατολική πλευρά του στενού μεταξύ αυτής και της Κρήτης. Διατάραζε σημαντικά την ομαλή ναυσιπλοΐα της Τουρκίας, της Αιγύπτου και της Συρίας, ανακόπτοντας με πλήρη επιτυχία της περισσότερες φορές τον ανεφοδιασμό των τουρκικών δυνάμεων.
Έπρεπε λοιπόν να βρεθεί μια τελική λύση για την Κάσο, που λειτουργούσε δυσανάλογα με τον πληθυσμό και την δύναμή της ενάντια στην Τουρκία και την Αίγυπτο. Το 1824, η Τουρκία βοηθούμενη από την Αίγυπτο, προσπαθεί να καταπνίξει την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ο αρχηγός της επιχείρησης, από τους σημαντικότερους αιγυπτίους αξιωματικούς, Ισμαήλ Γιβραλτάρ, πριν συνεχίσει τις πολεμικές επιχειρήσεις, αποφάσισε να καταστείλει την αντίσταση της Κάσου, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να έχει ελεύθερη της δίοδο με την Κρήτη και ανεμπόδιστο τον ανεφοδιασμό του στρατεύματός του. Έτσι τον Ιανουάριο του 1824, σε μια διευκρινιστική κίνηση, μέρος του αιγυπτιακού στόλου, παρενόχλησε με κανονιοβολισμούς, κυρίως για εκφοβισμό τις κοινότητες του νησιού αλλά και μία απρόσμενη τρικυμία απομάκρυνε προσωρινά τον κίνδυνο. Όπως ήταν αναμενόμενο απάντησαν οι Κασιώτες και η στάση τους ερμηνεύτηκε ως ένα νέο «Μολών Λαβέ» Η αίτηση (6) για βοήθεια προς την μητέρα Πατρίδα, που υποβλήθηκε από τις 23 Απρίλη και μετά στις 17 του Μάρτη, και κυρίως προς τις ναυτικές δυνάμεις της εποχής, όπως η Ύδρα και οι Σπέτσες(7), δεν βρήκε ανταπόκριση καθ όσον δεν υπήρχαν τα απαραίτητα χρήματα για την ναύλωση ικανού αριθμού πολεμικών πλοίων. Έτσι οι Κασιώτες κατάλαβαν ότι μόνοι τους θα έπρεπε να υπερασπιστούν το νησί και τις ζωές τους από την επικείμενη Τουρκο- Αιγυπτιακή επίθεση!
Η πολιορκία της Κάσου ξεκίνησε την 20η Μάιου 1824, με ανηλεή βομβαρδισμό. Την Αιγυπτιακή αρμάδα αποτελούσαν 20 πλοία, εκ των οποίων τα 4 ήταν φρεγάτες, τα 6 κορβέτες (γαλιώτες) και τα 10 βρίκια (μπρίκια)(8), ενώ ο στρατός αριθμούσε 4 χιλιάδες άνδρες υπό την καθοδήγηση του Χουσείν Μπέη, ενός ικανότατου Τούρκου αξιωματικού που είχε καταπνίξει την κρητική επανάσταση. Η δύναμη των Κασιωτών δεν ξεπερνούσε τους 1200 άνδρες(περίπου 500 ήταν κρήτες), με 30-35 πολυβόλα. Παρ΄ όλα αυτά οι αρχικές επιθέσεις από την θάλασσα των Τουρκο – Αιγυπτιακών στρατευμάτων αποκρούστηκαν με επιτυχία. Την 26η Μαΐου, η ναυτική μοίρα των Αιγυπτίων, ενισχύθηκε, έφτασε τα 45 πλοία και έγινε μια προσπάθεια αποβίβασης στρατευμάτων με 18 καΐκια και βάρκες, αλλά λόγω των βραχωδών ακτών απέτυχε. Και τότε, παρουσιάστηκε ένας νέος Εφιάλτης, στην ελληνική ιστορία. Κάτοικος του νησιού με το όνομα Ζαχαριάς (9), σύμφωνα με τις διασωθέντες ιστορικές μαρτυρίες, υπέδειξε στον Αιγυπτιακό στρατό ασφαλή αφρούρητη τοποθεσία στην Δυτική πλευρά του νησιού, στην σημερινή περιοχή της Αντιπεράτου, όπου μπόρεσαν με 30 και πλέον καΐκια να αποβιβάσουν ικανότατο αριθμό πολεμιστών και ανάλογο υλικό. Έτσι λοιπόν αφού δημιουργήθηκε, χωρίς αντίσταση, το προγεφύρωμα που επεδίωκαν ήταν πολύ εύκολη η αποβίβαση του συνόλου του στρατεύματος που περίμενε στα 45 πλοία της ναυτικής τους μοίρας.
Δεν χρειάστηκε παρά μονάχα μια ημέρα για να καταστραφεί ολοσχερώς το νησί. Παρά την ηρωική αντίσταση των υπερασπιστών του νησιού, πάνω από 2.000 χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά, βιάστηκαν και σφαγιάστηκαν, πάνω από 500 άνδρες αιχμαλωτίστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως πληρώματα στα πλοία του Αιγυπτιακού στόλου, γυναικόπαιδα πουλήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα, πρόκριτοι αποκεφαλίστηκαν και κρεμάστηκαν, σπίτια και καταστήματα λεηλατήθηκαν, εκκλησίες βεβηλώθηκαν και παραδόθηκαν στις φλόγες. Όμως ήταν και αρκετοί αυτοί που χρησιμοποιώντας μικρά καΐκια και βάρκες κατόρθωσαν να σπάσουν τον κλοιό των επιτιθέμενων και να διαφύγουν στα γύρω νησιά για να διασωθούν. Σημαντικός αριθμός πλοίων, η ιστορική αλήθεια, αναφέρεται σε 26, μαζί με άλλα περιουσιακά στοιχεία των Κασιωτών μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο.
Χαρακτηριστική είναι η συνομιλία του Ισμαήλ Γιβραλτάρ με τον Γάλλο Ναύαρχο Δεριγνύ, (10) που αποδεικνύει από την μια, το μίσος των Τουρκο- Αιγυπτίων για το νησί και από την άλλη, την άποψη των Ευρωπαίων για την ψυχή των Ελλήνων. «Η Κάσος δεν υπάρχει πια, την κατέστρεψα εντελώς και δεν άφησα ρουθούνι να ανασάνει!.....βέβαια πρέπει να έχουν διαφύγει ορισμένοι» οπότε ο ναύαρχος Δεριγνύ του επισήμανε: Αγαπητέ μου δεν έκανες τίποτα σπουδαίο, γιατί αυτοί θα επανέλθουν και θα αναγεννηθούν μέσα από τις στάχτες τους…»
Στις 17 Ιουνίου 1824, ναυτική μοίρα έφτασε στην Κάσο ανταποκρινόμενη στο αίτημα για βοήθεια. Όμως ήταν ήδη πολύ αργά.

Η πολιτεία, μετά την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, στην προσπάθεια της να αναγνωρίσει την προσφορά των Κασιωτών στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 αλλά και να τιμήσει την μνήμη των νεκρών του ολοκαυτώματος, καθόρισε ως ημέρα τιμής την 7η Ιουνίου.
Η ελληνική παράδοση έντυσε με υπέροχα δημοτικά τραγούδια και μοιρολόγια την τραγωδία του μαρτυρικού νησιού(11)




Παραπομπές:

(1) Παλαιότερα ονομαζότανε: Άχνη (επειδή φαίνεται στα δύο κομμένη) Αστράβη και Άμφη (Έτσι καλούνταν το αναπαυτικό σαμάρι του μουλαριού (ημιόνου) και μερικές φορές και το ίδιο το μουλάρι, το οποίο έφερε τέτοιο σαμάρι) καθ όσον το σχήμα της μοιάζει με σαμάρι αλόγου η ημιόνου. Από την εποχή του Ομήρου συναντάται με την σημερινή της ονομασία: Λεύκωμα της Κάσου του Ιατρού Κ.Ν. Φραγκούλη (εκδόσεις Νέοι ήχοι) 1921 Σελ: 2

(2) Οι πέντε κοινότητες βρίσκονται στην δυτική πλευρά του νησιού, όπου και οι παραλίες είναι προσβάσιμες και υπάρχουν ακτές προς αποβίβαση. Η ανατολική πλευρά του νησιού χαρακτηρίζεται από απόκρημνους βράχους και επικίνδυνες διαβάσεις. ( Εγκυκλοπαίδειες Χάρη Πάτση, Βικιπαίδεια )
(3) To διοικητικό συμβούλιο του νησιού την περίοδο εκείνη αποτελούνταν από επιφανείς άνδρες του νησιού. Ουσιαστικά αυτοί διοικούσαν το νησί και έδιδαν λόγο σε εκπρόσωπο του Σουλτάνου, ο οποίος δεν αναμειγνυότανε στα εσωτερικά προβλήματα ( προσωπικές – κτηματικές- οικονομικές διαφορές των κατοίκων) , παρά μόνο στις οικονομικές υποχρεώσεις του νησιού έναντι της κεντρικής εξουσίας.
(4) Ο Μάρκος Μαλιαράκης και ο Θεόδωρος Κανταριτζής σπουδαίοι ναύαρχοι της εποχής εκείνης διέπρεψαν στον ναυτικό και επιχειρηματικό τομέα την εποχή εκείνη.. Ο Μάρκος Μαλιαράκης ήταν γνωστός και ως Διακομάρκος. Από τις πρώτες μέρες της Επανάστασης βρέθηκε στις επάλξεις του Αγώνα. Τον Ιούνιο του 1821, με το «μπεργαντίνον» του «Λεωνίδας» και 59 ναύτες, έσπευσε να βοηθήσει με δικά του εφόδια και έξοδα τους Κρητικούς, που απειλούνταν από τον εχθρό. Στις 28 Ιουλίου ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο και επιτέθηκε στην εχθρική φλότα, κοντά στην Κω. Διορίστηκε τον Ιούλιο του 1822 από τον έπαρχο Κάσου, «φροντιστής της θάλασσας», με καθήκον να φροντίζει τα πολεμικά πλοία της επαρχίας και να εποπτεύει το έργο των λιμεναρχών. Τον Μάιο του 1823 διορίστηκε έπαρχος Καρπάθου και οργάνωσε αποτελεσματικά τη διοίκηση και την άμυνα του νησιού.
Αντιπροσώπευσε την Κάσο στη Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας, το 1823. Ηγέτης του ηρωικού αγώνα των Κασιωτών εναντίον του ισχυρότατου στόλου του Ισμαήλ Γιβραλτάρ και των Αλβανών υπό τον Χουσείνμπεη, που κατέληξε στη θυσία και στο Ολοκαύτωμα της Κάσου, στις 7 Ιουνίου του 1824. Με τον ηρωισμό του προκάλεσε το θαυμασμό του ίδιου του Χουσεϊν. Σκοτώθηκε κατατρυπημένος από τα μαχαίρια των εχθρών, αφού αρνήθηκε την προσφορά του Χουσεϊν να του χαρίσει τη ζωή, με αντάλλαγμα να τον ακολουθεί στις εκστρατείες του. Το 1827, το Υπουργείο Ναυτικών του απένειμε το βαθμό του πλοιάρχου.
Ο Κανταριτζής Θοδωρής ή Κανταρτζόγλου, καταγότανε από την Κάσο και ήταν περισσότερο γνωστός ως ο «Κανάρης της Δωδεκανήσου». Γιος του Δημήτρη Σκιαδά-Κανταριτζή από την Πελοπόννησο και από μάνα Κασιώτισα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και με το πλοίο «Αμαζών» έγινε ο φόβος και τρόμος των Τούρκων, καταδιώκοντάς τους στα παράλια της Κρήτης, της Κύπρου και της Αιγύπτου. Τον Απρίλη του 1822, επικεφαλής έξι κασιώτικων πλοίων, βοήθησε τα επαναστατικά σώματα στην Κρήτη, στη μάχη των Χανίων. Μετά, θάνατον, του απονεμήθηκε ο τιμητικός τίτλος του πλοιάρχου (1872)(Λεύκωμα της Κάσου του Ιατρού Κ.Ν. Φραγκούλη Σελ 77 -84 , 86-87)
(5) Σημαντική στρατιωτική – ναυτική βάση των Αιγυπτίων (Εγκυκλοπαίδειες Χάρη Πάτση, Βικιπαίδεια)
Παραπομπές: (6) ΄΄ ….μάταια εναγώνια παρακαλούσαν από τις 17 του Μάη του 1824 την κεντρική Διοίκηση να τους προφθάσει βοήθεια εις την ΄΄άνωθεν θαλάσσιαν δύναμην’’……Σελ 45 Ιστορικά Μελετήματα του Αντώνη Μηνά Σοφού 1998 ….Το συμβούλιο της Κάδου θα γράψει προς τους προκρίτους της νήσου Υδρας ζητώντας να τους στείλουν «μερικόν μοναζόν» (πολεμοφόδια – πυρομαχικά) και γνωστοποιώντας τους, ότι « είμαστε έτοιμοι να βοηθήσωμεν της αδελφότητος με όλη μας την δύναμιν και καρδίαν»Ιστορικά Μελετήματα του Αντώνη Μηνά Σοφού 1998 σελ: 23
(7) Ύδρα: Νησί του Αργοσαρωνικού. Κατά τον αγώνα της επανάστασης του 1821 έπαιξαν σημαντικό ρόλο λόγο της μεγάλης ναυτικής δύναμης που διέθεταν. Στην Επανάσταση του 1821 η Ύδρα διέθετε 186 πλοία.
Μεγάλοι καπεταναίοι, εφοπλιστές και πολιτικοί κατάγονται από το νησί ανάμεσά τους ο Ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, Κουντουριώτης, Κριεζής κ.α. Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα υδραίικα πληρώματα αποκαλούνταν "Σουλουτζαλήδες" έναντι των Σπετσιώτικων που αποκαλούνταν "Τζαμουτζαλήδες" που όμως ήταν λίαν περιζήτητα ακόμη και από τους Οθωμανούς στόλαρχους όπως και από τον Καρά-Αλή.
Οι Σπέτσες (καθαρεύουσα Σπέτσαι), είναι ιστορική νήσος κοντά στην Αργολική χερσόνησο, δεξιά της εισόδου του Αργολικού κόλπου.Τις Σπέτσες απαρτίζουν τρεις ακόμη νησίδες: η Σπετσοπούλα, ο Άγιος Ιωάννης και το Μικρό Μπούρμπουλο. Όταν το 1821 ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, οι Σπέτσες ήσαν το πρώτο από τα ελληνικά νησιά που σήκωσε τη σημαία της Επαναστάσεως, τα ξημερώματα της 3ης Απριλίου 1821. Ο στόλος των Σπετσών, αποτελούμενος από τα εμπορικά πλοία του νησιού που είχαν μετατραπεί σε πολεμικά, έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στον κατά θάλασσα Αγώνα, μετέχοντας τόσο σε επιδρομές κατά των τουρκικών παραλίων, όσο και σε αποκλεισμούς φρουρίων της Πελοποννήσου. Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η συμμετοχή του Σπετσιωτικού στόλου στις πολιορκίες των φρουρίων του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας, και στις ναυμαχίες της Σάμου (1824) και του Καφηρέως (1825).

(8) Φρεγάτα: είναι ένας όρος που έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει διάφορους τύπους πολεμικών πλοίων. Αναφέρεται σε μια ποικιλία από πλοία με διαφορετικό ρόλο και μέγεθος. Το 17ο και 18ο αιώνα αναφερόταν σε ένα μικρό και γρήγορο πλοίο που χρησιμοποιούταν κυρίως για περιπολίες. Από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά ο όρος φρεγάτα αποδίδεται σε ένα πλοίο που αποσκοπεί στην προστασία άλλων πλοίων, κατά κύριο λόγο από υποβρύχια στην συνοδεία νηοπομπών. Η πρώτη φρεγάτα ναυπηγήθηκε περί το 1637 στην Αγγλία. Οι αποστολές των φρεγατών ήταν περιπολίες, αναγνωριστικές αποστολές, επίθεση εναντίων εμπορικών πλοίων, αποστολή μηνυμάτων, μεταφορά στρατού (πεζοναύτες) και υψηλόβαθμων προσώπων, ενώ σε περίπτωση έλλειψης πολεμικών πλοίων έπαιρναν μέρος και σε ναυμαχίες. Το 17ο αιώνα οι φρεγάτες ήταν τα θαύματα της μηχανικής. Οι Άγγλοι μηχανικοί πρόσθεσαν επιπλέον πανιά και όπλα. Οι Ολλανδοί τις έχτιζαν με ρηχό σκαρί. Ο οπλισμός τους περιλάμβανε από 22 κανόνια σε ένα κατάστρωμα ως και 70+ κανόνια σε δυο καταστρώματα.
Κορβέτα: Ονομασία διάφορων τύπων πλοίων που χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορες εποχές. Ο όρος προέρχεται από ένα είδος φορτηγού πλοίου της ρωμαϊκής εποχής. Κατά το 17ο αι. οι Γάλλοι ονόμασαν κορβέτα ένα είδος πολεμικού ιστιοφόρου με τρία κατάρτια και πανιά τετράγωνα, που χρησιμοποιήθηκε για εξερευνήσεις, ταξίδια και καταδίωξη. Ήταν ευκίνητο, μήκους 35 - 50 μ. και πλάτους 8 - 10 μ. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα ήταν ότι έφερε πυροβόλα ακάλυπτα και όχι προστατευόμενα σε πυροβολεία. Είχε πλήρωμα 200 - 300 άντρες. Αιγυπτίων
(Εγκυκλοπαίδειες Χάρη Πάτση, Βικιπαίδεια)

Το μπρίκι ήταν ένα δικάταρτο πλοίο εκ των οποίων το ένα τουλάχιστον ήταν αρματωμένο με τετράγωνα πανιά. Τα νεότερα μπρίκια έφεραν τετράγωνα πανιά και στα δύο κατάρτια και αυτός είναι ο συνήθης τύπος του πλοίου αυτού
(Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση ,Εγκυκλοπαίδεια 2002)

(9) Η παράδοση θέλει τον Ζαχαριά μη Κασιώτη , όμως οι ιστορικές ανεξακρίβωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι ήταν από Ρόδιο πατέρα και Κασιώτισα μητέρα. (www.kosblogs.gr, www.diakoporama.gr, Ιστορικά Μελετήματα του Αντώνη Μηνά Σοφού 1998)

(10) Δεριγνύ: Γάλλος κόμης γεννήθηκε το 1782 στο Τουλ και πέθανε το 1835 στο Παρίσι. Από το 1822 διατέλεσε ναύαρχος του γαλλικού στόλου της Ανατολής, του οποίου η δράση συσχετίστηκε άμεσα με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Δεριγνύ έδειξε από την αρχή συμπάθεια προς τον ελληνικό αγώνα. Το 1823, όταν πολλοί Έλληνες κινδύνευσαν να πεθάνουν από την πείνα, με τις καταστροφές που είχε προξενήσει στην Εύβοια ο Χοσρέφ πασάς, ο Δεριγνύ με τα γαλλικά πολεμικά σκάφη "Σειληνός" και "Μήδεια" τους έσωσε. Αργότερα, το 1827, όταν η ελληνική φρουρά είχε αποκλειστεί στην Ακρόπολη, μεσολάβησε μεταξύ των Ελλήνων και του Κιουταχή και πέτυχε να υπογραφτεί συμφωνία έντιμης εξόδου (24 Μαΐου 1827). Τον ίδιο χρόνο, 20 Οκτωβρίου, ως αρχηγός μοίρας του γαλλικού ναυτικού, πήρε μέρος μαζί με το αγγλικό και ρωσικό ναυτικό στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, η οποία υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την εξέλιξη της Ελληνικής Επανάστασης. (Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση ,Εγκυκλοπαίδεια 2002)
(11)"Μαύρο πουλάκι κάθεται στης Κάσου τ' αγριοβούνι,
βγάλλει φωνίτσα θλιερή και μαύρο μοιρολόι.
Μάνα, κλαμός και βουγκητός εις το νησί της Κάσου!
Η μάνα κλαίει το παιδί και το παιδί τη μάνα
κι ο αερφός την αερφή κι άουρος τηκ καλή του.
Μπας και πανούκλα πλάκωσε, μπας και σεισμός εϊνη;
Μηδέ πανούκλα πλάκωσε, μητέ σεισμός εϊνη,

Χουσεϊν πασάς επλάκωσεν από την Αλεξάντρα.
Γίνονται στίβες τα κορμιά, τα αίματα ποτάμια.
Σφάζουν τους γέρους και τις γριές κι όλα τα παλικάρια
τις κοπελιές και τα μωρά στη φλότα τους μπαρκάρουν

σκλάβους να τους πουλήσουσι στης Μπαρμπαριάς τα μέρη.
Και μια απ' τις σκλάβες ήλεγε με θλιερή φωνίτσα.
Χίλια κι αν κάμεις, Χουσεϊν, χίλια κι αν μας πουλήσεις,
εμείς του Τούρκου το σπαθί 'εθ θα το φοηθούμεγια
θα μας κόψεις ούλους μας, για λευτεριά θα 'ούμε."








ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• Λέυκωμα της Κάσου του Ιατρού Κ.Ν. Φραγκούλη ( εκδόσεις Νέοι ήχοι) 1921
• Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "ΗΛΙΟΥ" (1950)
• Ναυτική Εποποιία του 1821, Αρχηγείο Ναυτικού (1971)
• Το Ναυτικό στην Ιστορία των Ελλήνων, Αρχιπλοιάρχου(Ο) Μ. Σίμψα ΠΝ (1982)
• Η Καταστροφή της Κάσου, Ε. Περσελή (1997)
• Ιστορικά Μελετήματα του Αντώνη Μηνά Σοφού Αθήνα 1998
• Το ολοκαύτωμα της Κάσου: Ομιλία του του Υποναυάρχου (ε.α.) Μάρκου Μάστρακα Π.Ν 2005
• Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση
• Εγκυκλοπαίδεια 2002
Διαδίκτυο:
• Ιστοσελίδα Δήμου νήσου Κάσου
• Εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια
• www.diakoporama.gr
• www.kosblogs.gr