Βασταοί (στη Κασιώτικη διάλεκτο), Αναβαθμίδες ή αναβαθμοί, κοινώς πεζούλες, είναι τα τεχνητά οριζόντια εδάφη που δημιουργήθηκαν από τον άνθρωπο πάνω σε επικλινείς εκτάσεις, με σκοπό την καλλιέργεια. Η αντιστήριξη γινόταν, συνήθως, με απλούς αναλημματικούς τοίχους, κατασκευασμένους με απλή ξερολιθιά, δηλ. με πέτρες ακατέργαστες ή ελάχιστα πελεκημένες, χωρίς χρήση συνδετικού κονιάματος .
Πρώτιστος λόγος δημιουργίας των αναβαθμίδων ήταν η διατήρηση των υφιστάμενων και η δημιουργία καινούργιων καλλιεργήσιμων εκτάσεων, μέσω της συγκράτησης των εδαφών και της μείωσης της διαβρωτικής δράσης των ομβρίων. Η εξομάλυνση των κλιτύων με δημιουργία αναβαθμίδων συνοδευόταν από πολλαπλά, ευνοϊκά για τη γεωργία και το περιβάλλον, επιτεύγματα: δημιουργία και χωρική ανακατανομή εδάφους που διευκολύνουν τη διείσδυση νερού και ριζών, εμπλουτισμός υδροφόρου ορίζοντα, καθάρισμα του χωραφιού από τις πέτρες και δημιουργία ποικιλίας μικροκλιμάτων και ξερολιθικών μικροενδιαιτημάτων για φιλικούς προς τη γεωργική παραγωγή οργανισμούς.
Ενδιαφέρουσα είναι η τυπολογία των αναβαθμίδων του ελληνικού χώρου, σχετισμένη τόσο με τη μορφή τους, όσο και με τις καλλιέργειες πάνω σε αυτές .Οι πλέον συνήθεις αναβαθμίδες, χαραγμένες κατά τις ισοϋψείς και χρησιμοποιούμενες, ως επί το πλείστον, για ετήσιες καλλιέργειες (σιτηρά, όσπρια), είναι οι παράλληλες (κλιμακωτές) και οι επάλληλες (διάπλεκτες), με τις δεύτερες να σχηματίζουν μεταξύ τους βουστροφηδόν διάδρομο σε ειδικά σημεία του χωραφιού, διευκολύνοντας την προσπέλαση προς τα υψηλά σημεία του . Τέλος, συναντάμε τις αναβαθμίδες-θύλακες για δενδρώδεις καλλιέργειες, συνήθως ελιές: μικρές ημισεληνοειδείς ξερολιθιές, καθεμιά αποκλειστικά για ένα μόνο δένδρο .
Με σκοπό τον καθορισμό της ιδιοκτησίας και την προστασία των σπαρτών από τη βόσκηση, οι αναβαθμίδες ενός χωραφιού συχνά περικλείονταν από ξερολιθικούς τοίχους δύο όψεων. Πάνω τους βρίσκονται διεσπαρμένα ποικίλα κτίσματα, βοηθητικά της καλλιέργειας (αλώνια, αγροικίες, σταύλοι), για παράλληλες δραστηριότητες (π.χ. μελισσοθηρίες) καθώς και για τη δευτερογενή επεξεργασία προϊόντων (ληνοί, καζαναριά).
Η εργασία μετατροπής μιας επικλινούς έκτασης σε χωράφι, που, χαρακτηριστικά, στην Κάσο λέγεται μέρωμα, γινόταν από έμπειρους γεωργούς και περιελάμβανε τέσσερις συναπτές εργασίες: εκχέρσωση της έκτασης, καθάρισμα από την πέτρα, χτίσιμο της ξερολιθιάς και, τέλος, δημιουργία καλλιεργήσιμου εδάφους. Η αποσκαφή άρχιζε από την κορυφή του λόφου, με άνοιγμα χαντακιού, ελαφρά κεκλιμένου προς την πλευρά του βουνού. Στην άκρη του, προς την πλευρά του λόφου, θεμελιωνόταν η πρώτη ξερολιθιά. Η κλίση του εδάφους καθόριζε και το ύψος του τοιχίου και αυτό, με τη σειρά του, το πλάτος. Γενικώς, η σχέση πλάτους βάσης : ύψος ήταν 1:3. Τα προϊόντα εκσκαφής χρησιμοποιούνταν για το χτίσιμο της ξερολιθιάς ή για την πλήρωση της δημιουργούμενης πεζούλας, και η εργασία επαναλαμβανόταν παρακάτω.
Για τη δημιουργία των ξερολιθικών αντιστηριγμάτων χρησιμοποιούνταν η πέτρα της περιοχής, πρωτίστως του χωραφιού, σε μια προσπάθεια να μεγιστοποιηθεί η έκταση και ποιότητα της καλλιεργήσιμης γης. Σπανιότερα, οι πέτρες προέρχονταν από τα λιγοστά νησιώτικα νταμάρια και μεταφέρονταν με μουλάρια. Χρησιμοποιούνταν όλες: οι μεγάλες βαριές στα θεμέλια της ξερολιθιάς, οι μεγάλες πλατιές στη στέψη, οι μικρότερες ενδιάμεσα και για γέμισμα ενώ άλλες θρυμματίζονταν για χώμα. Πάντως, σε περίπτωση ένδειας, χώμα μεταφερόταν κι από αλλού, με ζώα ή στον ώμο. Οι καλύτερες και μακροβιότερες πεζούλες φτιάχνονταν από μάρμαρα και σκληρό ασβεστόλιθο, υλικά που επιδέχονται σμίλευση. Στρογγυλευμένα υλικά ηφαιστειακής προέλευσης χτίζουν σχετικά ασταθή τοιχία, ενώ υλικά μετρίως μεταμορφωμένα, όπως οι σχιστόλιθοι, αν και δημιουργούν πολύ όμορφες επιφάνειες, αποσαθρώνονται εύκολα. Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι: στο σύνολο της Λέσβου, αναβαθμίδες φέρει το 51% των μεταμορφωμένων πετρωμάτων και μόνο το 25% των ηφαιστειακών. Το χτίσιμο και η επιδιόρθωση ήταν, συχνά, μοναχική υπόθεση του γεωργού, κάποιες φορές τεχνιτών, ενώ κατά περιπτώσεις γίνονταν με αργατιές, απασχολώντας ομάδες γεωργών που μετακινούνταν από χωράφι σε χωράφι εκτός εποχής καλλιέργειας.
Κατά τη διάρκεια αιώνων και χιλιετιών, πολλές γενιές δούλεψαν πάνω στο ίδιο τοπίο–παλίμψηστο , στην Ιταλική και Γαλλική Ριβιέρα έως τη μεσόγεια Vaucluse, στην Ιβηρική, στις μεσογειακές περιοχές του Μαγκρέμπ, στις χώρες της Μέσης Ανατολής, στις περιοχές της εύφορης ημισελήνου.
Στο Αιγαίο η αναβαθμίδωση έφθασε στο απόγειό της στα νησιά μεσαίου μεγέθους, όπου η ανάγκη για αυτάρκεια των βασικών προς το ζην αγαθών ήταν μέγιστη. Πρόσφατες επιστημονικές εργασίες δείχνουν ότι νησιά του Ανατολικού Αιγαίου με έκταση 35-55 τ.χλμ. φέρουν αναβαθμίδες σε ποσοστό 42-58% της έκτασής τους σε σχέση με μικρότερα (0-36%) ή μεγαλύτερα (16-32%). Στα ίδια νησιά, αναβαθμίδες παρατηρήθηκαν σε ένα ευρύ φάσμα υψομέτρων και κλίσεων (έως 1.200 μ. και 60ο αντίστοιχα), σε όλες τις πιθανές εκθέσεις, αλλά και αποστάσεις από τους οικισμούς, στην πραγματικότητα σε όλη την έκταση των νησιών. Στο ΝΑ Αιγαίο το έντονα αναβαθμιδωμένο ανάγλυφο, συναφές με την ισχυρή εξάρτηση των τοπικών πληθυσμών από αυτό, αντανακλά και σε ένα ποικίλο τοπικό λεξιλόγιο σχετικό με την ονοματολογία των αναβαθμίδων (π.χ. βαστάδια, βασταοί, τάβλες, μαντάλια, σκάλες, σκαλιά, λουριά, δαμάκια, κλιμακωτά, οχθιές, οξιές, λούροι, γύροι, τοίχαλα, παραλώματα, αλλά και πεζούλες).
Αναμφίβολα, οι αναβαθμίδες αποτελούν τη σημαντικότερη, πλέον χαρακτηριστική και άκρως δημιουργική ανθρώπινη επέμβαση στο Μεσογειακό τοπίο . Ανυπέρβλητα υποστηρικτικές, κάποτε, για την οικονομία της στοιχειώδους διαβίωσης, σήμερα οι αναβαθμίδες αποτελούν στοιχεία υψηλής αισθητικής αξίας της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Μεσογείου. Το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους έχουν πλέον εγκαταλειφθεί, λόγω αγροτικής εξόδου και περιθωριοποίησης της νησιωτικής πρωτογενούς παραγωγής, εγείρει έντονους προβληματισμούς, χωρίς να διαφαίνεται λύση με αναστρέψιμα αποτελέσματα. Προς το παρόν τουλάχιστον.
Θ.ΠΕΤ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Doukellis, P. (1998) "Versants pierreux et champs de culture à Ceos", Μενδώνη, Λ. Γ., Μαζαράκης - Αινιάν, Α. Ι. (επιμ.) Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου ”Κέα – Κύθνος – Ιστορία και Αρχαιολογία”, Μελετήματα 27, Αθήνα: Κέντρο Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, σσ. 309 - 330.
Kizos, Τ., Dalaka, Α., Petanidou, Τ. (2009) "Farmers’ practices and landscape change: Evidence from the abandonment of olive cultivation on terraces on Lesvos, Greece", Agriculture and Human values, DOI 10.1007/s10460-009-9206-9.
Marathianou, M., Kosmas, C., Gerontidis, S., Detsis, V. (2000) "Land-use evolution and degradation in Lesvos (Greece): A historical approach", Land Degradation & Development, 11: 63-73.
Πετανίδου, Θ. (2001) Ο ρόλος των αναβαθμίδων στο παρελθόν και η σημασία τους για το μέλλον των νησιών σε σχέση με την οικονομία, την οικολογία και τον πολιτισμό, τόμ. 1-2, αδημοσίευτη Τεχνική Έκθεση προς το Υπουργείο Αιγαίου, Μυτιλήνη.
Πετανίδου, Θ. (2005) "Βαστάδια και τάβλες: Λαξεύοντας το τοπίο της Νισύρου", Νισυριακά, 15: 212-255.
Petanidou, T., Kizos, T., Soulakellis, N. (2008) "Socioeconomic dimensions of the agricultural landscape change in the Mediterranean: the case of the abandonment of cultivation terraces on Nisyros island, Greece", Environmental Management, 41: 250-266.
Rackham, O., Moody, J.A. (1996) "Terraces", Wells, B. (ed.) Agriculture in Ancient Greece – Proceedings of the seventh International Symposium at the Swedish Institute at Athens, 16-17 May 1990, Stockholm: Paul Åstrőms Főrlag, pp. 123-130.
ΠΗΓΗ: www.greekscapes.gr