Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007

Το ιστορικό του Ολοκαυτώματος

Πανηγυρικός λόγος έτσι όπως εκφωνήθηκε από τον Κάσιώτη Ἀρχιμανδρίτη Καλλίνικο Μαυρολέων στις εκδηλώσεις για την 173ή επέτειο του ολοκαυτώματος στις 7 Ιουνίου του 1997 στην Κάσο όπου παρέστη ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωστής Στεφανόπουλος.

" Ἡ μεγαλωσύνη στά ἔθνη, δέ μετριέται μέ τό στρέμμα.
Μέ τῆς καρδιᾶς τό πύρωμα μετριέται καί μέ τό αἷμα!"

Αὐτός ὁ ἀθάνατος λόγος τοῦ Ποιητῆ, βρίσκει τέλεια τήν ἐφαρμογή του στό μικρό, ἀλλά ἡρωικό νησί μας, τήν ἔνδοξη Κάσο, πού σήμερα 7 Ἰουνίου, γιορτάζει τό ὁλοκαύτωμά της. "Τόν ἄσπρο τοῦ Νοτιᾶ πετρωμένο γλάρο, τό ἀστέρι πού ἦρθε νά κολυμπήσει στό Αἰγαῖο κι ἔγινε νησί", κατά τόν ἄλλο, τό σύγχρονο ποιητῆ.

Ἡ Κάσος, ἀπό τήν ἀρχή κιόλας τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων ἀπό τόν τουρκικό ζυγό, προσέφερε σ' αὐτόν ὃ,τι πιό πολύτιμο εἶχε: τόν ἑαυτό της! Μέ τίς πρῶτες εἰδήσεις γιά τό ξεσήκωμα τῶν ραγιάδων στήν Πελοπόννησο, ὑψώνει στά κατάρτια της τή γαλανόλευκη. Οἱ Κασιῶτες ναυτικοί, παρόλο πού θά μποροῦσαν νά συνεχίζουν νά ζοῦν μέ τό καθεστώς τῆς αὐτονομίας πού ἐπικρατοῦσε στό νησί, μετατρέπουν τά ἐμπορικά τους πλοῖα σέ πολεμικά καί μέ ἐνθουσιασμό συμμετέχουν στήν ἐξέγερση γιά τή λευτεριά!

Σάν ὁρμητικός σίφουνας ξεχύνονται στό Αἰγαῖο καί σκορποῦν τόν πανικό στόν ἐχθρό, χαρίζοντας βοήθεια στ' ἀγωνιζόμενα ἀδέλφια τους. Μέ καπετάνιους τούς Θεόδωρο Κανταρτζῆ, τόν Μᾶρκο Μαλλιαράκη καί ἄλλους, ἐρημώνουν τά πάντα καί κουρσεύουν κάθε ἐχθρικό πλοῖο πού περνᾶ ἀπό τά νερά τους. Γίνονται ὁ φόβος καί ὁ τρόμος στούς πολυσύχναστους ἐκείνους θαλασσινούς δρόμους. Ἀμέτρητες φορές αἰχμαλωτίζουν ἀκόμη καί ὁλόκληρο τουρκικό ἤ αἰγυπτιακό στόλο. Κι ἄλλες τόσες φορές βλέπουμε τόν κασιώτικο στόλο νά καταφτάνει γιά βοήθεια, ἄλλοτε στήν Κρήτη, στή Χίο ἤ στήν Κόρινθο, ἀλλά καί στά παράλια τῆς Κύπρου καί τῆς Αἰγύπτου ἀκόμη. Αὐτοί οἱ ριψοκίνδυνοι θαλασσινοί Κασιῶτες γιόρτασαν μεγάλη νίκη, ὅταν τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1822 εἶδαν ἕναν ὁλόκληρο στόλο νά μπαίνει αἰχμαλωτισμένος στό λιμάνι τῆς Κάσου!

Τέτοια καρδιά, πυρωμένη ἀπό τόν πόθο γιά τή λευτεριά, τέτοια καρδιά γενναία, ἀτρόμητη εἶχαν οἱ Κασιῶτες. Κι αὐτήν, ἀποφάσισε νά χτυπήσει καί νά σβήσει ὁ Μεχμέτ Ἀλῆς. Μιά χούφτα ἄνθρωποι νά διαφεντεύουν τό πέλαγος! Τόσα μικρά καί λιγοστά πλεούμενα νά ρεζιλεύουν τήν πανίσχυρη ἀρμάδα του! Σιμώνει, λοιπόν, ἡ στερνή ὥρα γιά τήν Κάσο...

Βάζει ἐπικεφαλῆς τοῦ στόλου του τόν Χουσεΐν Μπέη καί διασχίζει ἀπειλητικά τό Αἰγαῖο. Στά μέσα Μαΐου τοῦ 1824, ὁ τουρκοαιγυπτιακός στόλος ἀρχίζει τούς κανονιοβολισμούς ἐναντίον τῶν ὀχυρωμένων Κασιωτῶν. Ἡ ναυαρχίδα τῶν Αἰγυπτίων φρεγάτα "ΔΙΑΝΑ", προσπαθῶντας νά προσεγγίσει τά πυροβολεῖα τοῦ νησιοῦ, προσκρούει σέ ὕφαλο καί ἐγκαταλείπει τή μάχη, φεύγοντας γιά τή Ρόδο. Ὁ ἰσχυρότατος ἄνεμος συμμαχεῖ μέ τούς Κασιῶτες κι ἀναγκάζει καί τά ὑπόλοιπα πλοῖα ν'ἀποχωρήσουν γιά τήν Κρήτη.

Οἱ Κασιῶτες ἀγωνιοῦν γιά τό μέλλον τους. Στέλνουν πολλά καί ἀπεγνωσμένα μηνύματα στή μητέρα Ἑλλάδα καί ζητοῦν γρήγορη βοήθεια. Δέν ὑπάρχουν χρήματα γιά νά κινηθούν τά πλοῖα τους. Χρειάζονται ὅμως καί ἀνθρώπινες ἐνισχύσεις. Δυστυχῶς, ἡ Κυβέρνηση κωφεύει. Τά χρήματα τοῦ δανείου πού ἔχει ζητήσει δέν ἔχουν ἔρθει ἀκόμη. Οἱ ἔριδες μεταξύ τῶν ἀντιπάλων στό ἐσωτερικό τῆς Κυβέρνησης παίρνουν προτεραιότητα κι ὁ κασιώτικος λαός ἀναμένει... Ἡ βοήθεια ἀργεῖ κι ἡ Κάσος βρίσκεται μπροστά στό μεγάλο κίνδυνο.

5 Ιουνίου 1824: Ἐνισχυμένος μέ 40 πλοῖα καί 4.000 Ἀλβανούς στρατιῶτες ἐπιστρέφει ὁ τουρκοαιγυπτιακός στόλος. Δύο μερόνυχτα διαρκεῖ ἡ πολιορκία. Οἱ Κασιῶτες καί οἱ Κρῆτες πού βρίσκονται ὡς πρόσφυγες στό νησί, ἀποκρούουν δυναμικά τίς ἐπιθέσεις. Τά ξημερώματα τῆς τρίτης ἡμέρας, τῆς 7ης Ἰουνίου 1824, ἡ δύναμη συναντιέται μέ τήν προδοσία. Ὁ Ἰούδας κι ὁ Ἐφιάλτης βρῆκαν τό σύντροφό τους, τό Ζαχαρία. Ὑποδεικνύει τό μονοπάτι τοῦ Ἀντιπέρατου κι ἕνα στίφος Τουρκαλβανῶν ξεχύνονται στό νησί. Κι ἀφήνουν πίσω τους τόν θάνατο, τή λεηλασία, τήν ἀτίμωση, τούς ἐμπρησμούς, τίς σφαγές, τά ἐρείπια, τό ὁλοκαύτωμα!

Μαῦρο πουλάκι κά(θ)εται στῆς Κάσος τ'ἀκρο(β)ούνι
βγάλλει φωνίτσα θλι(β)ερή καί μαῦρο μοιριολόι,
Μάνα κλαμός καί βουγκητός εἰς τό νησί τῆς Κάσος!
Ἡ μάνα κλαίει τό παι(δ)ί καί τό πα(δ)ί τή μάνα
κι ὁ ἀ(δ)ερφός τήν ἀ(δ)ερφή κι ἄουρος τή καλή του.
(Γ)ίνονται στί(β)ες τά κορμιά, τά αἵματα ποτάμια.
Πᾶς καί πανούγλα πλάκωσε, πᾶς καί σεισμός ἐγίνη;
Μή(τ)ε πανούγλα πλάκωσε μή(τ)ε σεισμός ἐγίνη.
Χουσέν-Πασάς ἐπλάκωσεν ἀπό τήν Ἀλεξάνδρα.
Στό Φρῦ ἐπῆγε κι ἤραξεν ἡ φο(β)ερή ἁρμάδα.
Βγάλλ'Ἀρβανίτες περισσούς, βγάλλει στρα(β)αραπά(δ)ες,
γιά νά πατήσου τό Σταυρό, γιά νά πατήσου τ'Ἅγια
νά μα(γ)αρίσου Ἐκκλησιές κι οὔλα τά Μοναστήρια.
Σφάζουν τούς γέρους καί τίς γριές κι οὔλα τά παληκάρια
τίς κοπελιές καί τά μωρά στή φλόττα τούς μπαρκάρουν,
σκλάβους νά τούς πουλήσουσι στῆς Μπαρμπαριᾶς τά μέρη.
Κι μι'ἀπ'τίς σκλάβες ἔλε(γ)ε μέ θλιβερή φωνίτσα:
-"Χίλια κι ἄν κάμεις Χουσεΐν, χίλια κι ἄν μᾶς πουλήσεις
ἐμεῖς τοῦ τούρκου τό σπαθί (δ) έ θά τό φο(β)ηθοῦμε,
ἤ θά μᾶς κόψεις ὅλους μας, ἤ λευτεριά θά (δ)οῦμε"...

Οἱ Κασιῶτες ἀφήνουν πίσω τους μέ τά ἄφθαστα ἡρωικά τους κατορθώματα ἕνα καινούριο Ζάλογγο, ἕνα καινούριο Μεσολόγγι, μιάν καινούρια Ἀλαμάνα. Γιατί τί ἄλλο ἦταν ὁ πνιγμός τῶν μωρῶν ἀπό τίς ἡρωικές Κασιώτισσες μάνες γιά νά μήν κλάψουν τά παιδιά καί προδοθοῦν στούς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι μέ γυμνωμένα τά σπαθιά περιδιάβαιναν τό νησί κι ἔσφαζαν ἀδιακρίτως γέρους, γυναῖκες καί παιδιά;

Γιατί τί ἄλλο ἦταν ὁ ἡρωικός θάνατος τοῦ λεοντόκαρδου ναυμάχου τῆς Κάσου Μάρκου Μαλλιαράκη, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ κατέσφαξε 2.000 Τουρκοαιγύπτιους στούς προμαχῶνες τῆς Κάσου, πιάστηκε ὁ ἴδιος ζωντανός καί κομματιάστηκε μπροστά στόν ἀρχηγό τῶν τουρκοαιγυπτιακῶν δυνάμεων Χουσεΐν Μπέη;

Τήν 21η Ἰουνίου 1824, φτάνει στήν Κάσο -ἐπιτέλους- ὁ ἑνωμένος ἑλληνικός στόλος μέ ναύαρχο τόν Γεώργιο Σαχτούρη. Μά εἶναι πιά πολύ ἀργά! Οἱ ναῦτες του βρίσκουν πάνω στό νησί τά πτώματα τῶν ἡρωικῶν Κασιωτῶν, λίγα ἄγρια χόρτα καί ἐρείπια...

Ἐκεῖ πού πρίν ἀπό λίγες κιόλας ἡμέρες κυμάτιζε προκλητικά ἡ σημαία τῆς Ἐπαναστάσεως καί μές τίς καρδιές τῶν γενναίων κατοίκων τῆς Κάσου φώλιαζε ὁ πόθος γιά τή λευτεριά! Μά δέ βρῆκε μοναχά ἐρείπια καί πτώματα ἡρώων στήν Κάσο

ὁ Σαχτούρης! Βρῆκε καί τή Δόξα, ἐκείνη τή γνωστή Δόξα, τήν τόσο γνωστή στούς πανέλληνες Δόξα, τήν βρῆκε στήν Κάσο μοναχή νά συντροφεύει τά λαμπρά παληκάρια, πού κείτονταν στήν ἔνδοξη κασιώτικη γῆ... Ἦταν αὐτή ἡ γνωστή μας Δόξα, ἡ Δόξα τοῦ Μαραθώνα, τῆς Σαλαμίνας, τῶν Θερμοπυλῶν, τῆς Ἁγια-Σοφιᾶς τῆς Πόλης... Ἦταν αὐτή ἡ Δόξα, πού ἔφυγε μετά ἀπό τήν ἡρωική Κάσο κι ἔφτασε στά Ψαρά, στ' Ἀρκάδι, στόν Πόντο καί στή Μικρασία ἀργότερα, στή Βόρειο Ἤπειρο στ' ἀλβανικά βουνά κατόπιν, στήν αἱματοβαμμένη ἡρώων γῆ, τή μαρτυρική μας Κύπρο, στά τελευταῖα...

Πῆγε γιά νά στεφανώσει κι ἐκεῖ τά λαμπρά παληκάρια... Καί πάλι καρτερεῖ τά νέα λαμπρά παληκάρια τῆς Κάσου, αὐτά πού καί σήμερα, σέ καιρούς εἰρηνικούς προσφέρουν τούς ἑαυτούς τους ὁλοκληρωτικά καί μένουν μονίμως ἐδῶ, στόν ἔνδοξο αὐτό βράχο, γιά νά συνεχίζουν τή ζωή, "στό βιγλάτορα τῆς ἐσχατιᾶς τοῦ Αἰγαίου, στό φάρο τόν τηλαυγῆ, ὡς ἄλλοι Προμηθεῖς, ἄγρυπνοι μαζί μέ τούς πνευματικούς τους ποιμένες, μή φειδόμενοι κόπων καί θυσιῶν, <<ἀγνοούμενοι καί ἐπιγιγνωσκόμενοι, ὡς μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες>>", γιά νά θυμηθοῦμε τά ἐμπνευσμένα λόγια τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Καρπάθου καί Κάσου κ. 'Αμβροσίου, κατά τήν ἱστορική ἐπίσκεψη ἐκεῖ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ.Βαρθολομαίου, τό 1995.

Τά νέα αὐτά λαμπρά παληκάρια πού ζῶντας ἀνάμεσα στά λιγοστά ἀκόμη χορτάρια τῆς κασιώτικης γῆς, γράφουν κι αὐτά μέ τούς δικούς τους σημερινούς, εἰρηνικούς ἀγῶνες, νέες λαμπρές ἱστορίες, στούς δρόμους τῆς προόδου, τῆς κοινωνικῆς καί οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης, τῆς παράδοσης καί τοῦ πολιτισμοῦ.

Ἐλᾶτε κι ἐσεῖς σήμερα κοντά μας γενναῖοι Κασιῶτες ἀγωνιστές! Σεῖς πού πρωτοσπείρατε τῆς λευτεριᾶς τό σπόρο, σεῖς πού πρωτοδιδάξατε τό δρόμο τοῦ ἀγώνα καί τῆς θυσίας γιά τή λευτεριά! Ἐλᾶτε σεῖς καί πάλι νά ἐμπνεύσετε ἐμᾶς καί τή νέα γενιά μέ τά ἀκατάλυτα ἰδανικά σας! Ἐλᾶτε τώρα πού στά μυρωμένα ἀκρογιάλια τῆς ἐλεύθερης καί πάλι ἑλληνικῆς δωδεκανησιακῆς γῆς, ἐδῶ καί περισσότερα ἀπό 50 χρόνια, φυσᾶ καί πάλι ἀέρας καθαρός, ἐλεύθερος, ἀέρας ἑλληνικός!

Ἐλᾶτε κι ἐσεῖς, ἀγαπητοί ἀκροατές, ν'ἀκούσετε τή φωνή, τή γενναία φωνή, ὅσων ἀπόμειναν νά κατοικοῦν ἐδῶ, στόν ἱερό τόπο, ὅσο κι ἄν εἶναι ξεχασμένοι ἀπό τήν πατρίδα : "Τό βράχο τοῦτο δέ θά τόν πατήσει πόδι ἐχθρικό. Ὄχι, δέ θά τόν ἀφήσουμε!"

Ἄς ἀκούσουμε ὅμως καί τό παράπονό τους, γιατί δέ βρῆκαν ἀκόμη οἱ ἡρωικοί τους ἀγῶνες στίς σελίδες τῶν σχολικῶν μας βιβλίων τῆς Ἱστορίας τή θέση πού τούς πρέπει! "Στίς πιό λαμπρές σελίδες πρέπει νά μπεῖς, πλάι στό Σούλι, στό Μεσολόγγι, στά Ψαρά, τ'ἀστέρι σου ἀβασίλευτο νά λάμπει κι ἡ προσφορά σου ν'ἀναγνωριστεῖ κάποια φορά, Κάσος ἀτρόμητη καί μυριαγαπημένη, τῆς ἱστορίας εἶσαι ἡ μεγάλη ἀδικημένη. Σέ χαιρετῶ τοῦ Αἰγαίου πρωτοκαπετάνισσα, ἡρώων καί μαρτύρων μάνα παινεμένη".